Skip to content Skip to footer

Ενθρονιστήριος λόγος Σεβασμιωτάτου κκ Αμφιλοχίου

enthronisi«Δοξάζω του Πατρός, και του Υιού την δύναμιν και Πνεύματος Αγίου υμνώ την εξουσίαν..» Ναι, στην πρόγνωση του Θεού Πατέρα, στη χάρη του Υιού, στη δύναμη του Αγίου Πνεύματος και στην μεσιτεία της Παν-υπερευλογημένης Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας οφείλονται όλα όσα έγιναν πριν λίγες εβδομάδες στο Ηράκλειο και γίνονται σήμερα εδώ στην Κίσαμο με κεντρικό άξονα την ταπεινότητα μου. Γι΄ αυτό λοιπόν δόξα και τιμή και ευχαριστία πολλή προσμένω στην αιτία της εν Χριστώ χαράς μου, την Παναγία Τριάδα, που με ελέησε πρώτα, με κατέστησε Επίσκοπο της Εκκλησίας και με κάλεσε να διαποιμάνω την όμορφη, ευλογημένη και ιστορική ετούτη ιερή Μητρόπολη Κισάμου και Σελίνου, Σελίνου και Κισάμου.
   
Σεβασμιώτατε Μητροπολίτα Πέτρας και Χερρονήσου κ. Νεκτάριε, εκπρόσωπε της ΑΘΠ του Οικουμενικού ημών Πατριαρχού κ. κ. Βαρθολομαίου. Σεβασμιώτατε Μητροπολίτα Κυδωνίας & Αποκορώνου κ. Ειρηναίε, εκπρόσωπε της Α.Σ. του Αρχιεπισκόπου Κρήτης κ. Τιμοθέου και Τοποτηρητά της Ι. Μητροπόλεως ταύτης. Σεβασμία των Ιεραρχών χορεία, Σεβασμιώτατε και Πολιέ Γέροντα Μητροπολίτα Ειρηναίε και τιμημένε Προκάτοχέ μου, Θεοφιλέστατε  Eπίσκοπε Κνωσού, Εξοχώτατε Κύριε Υπουργέ, Εκπρόσωπε της Ελληνικής Κυβερνήσεως, Κύριε Γενικέ Γραμματέα του Υπ. Ανάπτυξης, Εντιμότατοι κ. Βουλευτές, Κύριοι Νομάρχαι Χανίων, κ. Ρεθύμνου Άγιοι Πρωτοσύγκελλοι, Καθηγούμενοι, ευλαβέστατοι πρεσβύτεροι και διάκονοι, Οσιώτατες Μοναχές,  Αξιότιμοι κύριοι Δήμαρχοι της Μητροπολιτικής Περιφέρειας Κισάμου, Πελεκάνου, Κολυμπαρίου, Καντάνου, Βουκολιών, Μυθήμνης, Ανατολικού Σελίνου, και Ινναχωρίου, κ. Δήμαρχοι Χανίων και Ελευθερίου Βενιζέλου, της γενέτειρας ημών, κ. Νομαρχιακοί και Δημοτικοί Σύμβουλοι, εντιμότατοι κ. διευθυνταί εκπρόσωποι του Στρατού, της Αστυνομίας, της Αεροπορίας, του Ναυτικού, της Πυροσβεστικής, της Πρωτοβάθμιας, Δευτεροβάθμιας και Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, κ. Προϊστάμενοι Δημοσίων Υπηρεσιών, Αξιότιμοι Εκπρόσωποι Συλλόγων και Φορέων. Πολυαγαπημένε λαέ των επαρχιών Κισάμου και Σελίνου, φίλοι και αδελφοί.

Χάριτι Θεία εισήλθα προ δύο μηνών στο ιερό της Αρχιερωσύνης, στο ιερό της Ιεράς Επαρχιακής Συνόδου της Εκκλησίας της Κρήτης, στο ιερό της Μεγάλης του Χριστού Μητέρας Εκκλησίας. Και τώρα, αγαπημένε μου λαέ των επαρχιών μας αντικρίζοντας σας όλους μαζί και τον καθένα χωριστά στα μάτια, αισθάνομαι πως στο σημείο αυτό της προσωπικής μου ιστορίας δεν με καλεί ο Θεός να διορθώσω τους άλλους, αλλά να αλλάξω τη ζωή μου, να μεταμορφώσω τη λογική μου, να ανιχνεύσω τη νέα κλήση μου, να γεννήσω τον καινούργιο εαυτό μου. Γιατί αισθάνομαι ότι εισέρχομαι στο ιερό αυτής της θεοσώστου επαρχίας, στο ιερό και άβατο της ζωής όλων εσάς, της σχέσης σας με τον Θεό, στο ιερό βήμα του άγνωστου σε μένα θελήματος του Θεού. Γι’ αυτό και νιώθω βαθιά συντετριμμένος.

Τι είναι άραγε αυτά  που έγιναν το τελευταίο διάστημα σε σχέση με τον τόπο μας; Πως έγιναν; Για ποιόν έγιναν;  Ας ψηλαφίσουμε πίσω από  πρόσωπα και γεγονότα το θέλημα του Τριαδικού μας Θεού που μένει ξάγρυπνος πάνω στην ιστορία της Αγίας Του Εκκλησίας. «Μ΄ έχετε ανάμεσα σας ιερείς,  μ΄ έχετε ανάμεσα σας (αδελφοί και τέκνα) ποίμνιο ιερό» που πίστευα ότι σας αγαπώ, αλλά πνίγηκα στο πέλαγος της δικής σας αγάπης. Μ΄ έχετε μπροστά σας Πολυσέβαστε Γέροντα Σεβ. Μητροπολίτα Ειρηναίε, βαθίσκιωτε πλάτανε της Εκκλησίας μας, και παρακαλώ όπως γνωρίζετε ό,τι θεμέλιο της διακονίας μου αποτελεί η ευχή Σας και ο σεβασμός μου προς το Σεπτό πρόσωπο σας. Αμέσως μετά την εκλογή μου, σας ζήτησα να παραμείνετε στην επισκοπική κατοικία, να κρατήσετε το γραφείο σας και το αυτοκίνητο για την εξυπηρέτηση σας. Εσείς από λεπτότητα μετακινηθήκατε. Θέλω να σας διαβεβαιώσω όμως ότι δεν μετατοπιστήκατε από την κεντρική θέση της καρδιάς μας. Αποστολή μου δεν είναι να επέμβω αδιάκριτα στο έργο σας, αλλά να σεβασθώ το πνεύμα σας. Στα γραφεία των Ναών μας θα παραμείνει αναρτημένη η φωτογραφία σας για να μας θυμίζει ότι η παραίτηση σας δεν έγινε για να σας αντικαταστήσουμε με ασέβεια, αλλά για να επιβεβαιώσετε το προσωπικό σας μεγαλείο με ευγένεια.

Μ΄ έχετε μπροστά σας Άγιε Κυδωνίας και Αποκορώνου κ. Ειρηναίε, που μας χαρίσατε στην περίοδο της Τοποτηρητείας Σας, την διακριτική δροσιά της εμπιστοσύνης Σας και το ενδιαφέρον της αγάπης Σας, για τα οποία και σας ευγνωμονούμε. Μ’ έχετε μπροστά σας, τιμημένοι άρχοντες του τόπου που ξέρετε να ομονοείτε πάνω στις πνευματικές αγωνίες του λαού μας, να σφυγμομετρείτε την ψυχή του και με ζήλο και ικανότητα να προωθείτε την φωνή του. Μ’ έχετε ανάμεσα σας εκλεκτέ και αγαπημένε λαέ των επαρχιών μας, φιλότιμα πνευματικά μου παιδιά από σήμερα, που καλλιεργώντας την γη προς το ζήν και με την τίμια εργασία σας, δεν αμελείτε να καλλιεργείτε και τις ψυχές σας. Έτσι ο τίμιος ιδρώτας του προσώπου σας γίνεται μύρο αγιαστικό που πηγάζει από τις καρδιές σας και ευωδιάζει προς όλα τα σημεία του ορίζοντα, διδάσκοντας και τονίζοντας πως οι ευλογημένες επαρχίες μας είναι μια σχολή που μορφώνει ανθρώπους για την αιωνιότητα, μέσα από τον αγώνα και την αγωνία για καθημερινή καταξίωση και διαρκή αναζήτηση. Μ΄ έφεραν ανάμεσα σας οι εκλεκτοί Ποιμενάρχες της Ιεράς Επαρχιακής Συνόδου της Εκκλησίας της Κρήτης που ήρθαν επίσημα σήμερα να ολοκληρώσουν την Ιεραρχική ευθύνη της εκλογής και τους οποίους  ευγνωμόνως και βαθυσεβάστως ευχαριστώ για την μέγιστη τιμή και την εμπιστοσύνη προς την ελαχιστότητα μου, αυτήν της αναδείξεως στο ύψιστον της Αρχιερωσύνης Υπούργημα. Μαζί μ’ εσάς με υποδέχτηκε ο Σεβ. Μητρ. Πέτρας και Χεροννήσου κ. Νεκτάριος εκπρόσωπος του Οικουμενικού Πατριάρχου μας κ. κ. Βαρθολομαίου, ο οποίος ενσαρκώνει για μας την πιο πλατειά οικουμενική αγκαλιά που μπορεί να ανοίξει η Εκκλησία μας στην υφήλιο. Η Πόλις, κοιτίδα της δόξης μας και του ματωμένου μεγαλείου μας, το Σεπτό Οικουμενικό Πατριαρχείο, η εν Κωνσταντινουπόλει Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία, των του Χριστού πενήτων, που άρθρωσε τα δόγματα της Ορθοδόξου Πίστεως και διαμόρφωσε την ψυχοσύνθεση του νέου Ελληνισμού.

Μεγάλο και βαρύ το χρέος που αναλαμβάνω. Ανίσχυρες οι πνευματικές και ηθικές μου δυνάμεις. Θα τολμήσω όμως. Η τόλμη είναι γνώρισμα των μαθητών του Χριστού. Η διακονία του Επισκόπου στην Εκκλησία δεν μπορεί παρά να είναι η τόλμη μιάς τόλμης. Η τόλμη και το θαύμα εξάλλου είναι τα ακριβά παιδιά της πίστεως. Έρχομαι και ιδού εγώ- έχοντας στην καρδιά μου πολλή τόλμη και αφειδώλευτη αγάπη για όλους σας. Και λέγοντας τόλμη, εννοώ ασφαλώς διάθεση για πνευματική διακονία και ανύστακτη μέριμνα για την κατά Χριστό μόρφωση του ποιμνίου, του οποίου οι εκδηλώσεις συμπαραστάσεως ήδη γράφτηκαν στην καρδιά μου με χρυσά γράμματα. Γιατί εδώ δεν ήρθα ως πάροικος ή παρεπίδημος, ήρθα να διακονήσω, ήρθα να σωθώ. Να γιατί η καρδιά μου χτυπά γι΄ αυτό τον τόπο, χτυπά γι΄ αυτό τον λαό, του οποίου τα ήθη και τα έθιμα είναι από σήμερα και ο τρόπος της δικής μου ζωής. Μη θεωρήσετε περήφανα τα λόγια μου, είναι η Ορθόδοξη Θεολογία που θέλει τον Επίσκοπο φορέα του πνεύματος της ενότητος στο εκκλησιαστικό σώμα, απαραίτητο όρο της υπάρξεως της Εκκλησίας. Ο Επίσκοπος στέλνεται από τον Θεό για να «ποιμάνει την Εκκλησία» (Πρ.20,28), για να κάθεται στον μέσον Της εις τύπον του Ιησού Χριστού. Οι Πατέρες της Εκκλησίας ζητούν από τον Επίσκοπο «περισσότερα να επιτυγχάνει με την σιωπή παρά με τα μάταια λόγια». Με αυτό τον σκοπό έρχομαι σήμερα σε εσάς. Ένας άνθρωπος ο οποίος «αγαπήσας του ιδίους τους εν τω κόσμω, εις τέλος ηγάπησεν αυτούς» (Ιω.13,1). Ποιμένας και ποιμενόμενοι, κλήρος και λαός, άρχοντες και αρχόμενοι, όλοι μαζί αποτελούμε το Θεανθρώπινο Σώμα του Χριστού, την Εκκλησία του Χριστού, την Μητρόπολη Κισάμου και Σελίνου, μέρος και ταυτόχρονα όλον της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας.

Όπως ο γεωργός και η γη που οργώνει είναι ένα, όπως ο αμπελουργός και το αμπέλι που κλαδεύει είναι ένα, έτσι και εμείς εδώ στην Κίσαμο, το ωραίο Καστέλι, την ιστορική Κάνδανο, την ξακουστή Παλαιόχωρα, τις όμορφες Βουκολιές και τα Παλαιά Ρούματα, το κάτω από την σκέπη της Παναγίας Κολυμπάρι, τον Καμπανό, το ΄Ελος και τον Δραπανιά, την Σούγια και τον Πλάτανο και όλα τα άλλα, τα μικρότερα και μεγαλύτερα χωριά της Μητροπόλεως μας, όλοι μαζί είμαστε το χωράφι του Χριστού στη γή κι Εκείνος ο γεωργός που το οργώνει, το σπέρνει, το ποτίζει, το θερίζει, παίρνει τους καρπούς. Όλοι μαζί είμαστε ένα: Η περιουσία του Χριστού στη γή. Είμαστε ως λαός μικρός. Δεν έχουμε περιθώρια για λάθη μεγάλα. Τώρα τελευταία ούτε καν και για μικρά.

Είναι και κάτι ακόμα, που δεν μπορώ να σας το αρνηθώ. Για να είμαι συνεπής στις επιταγές της Γραφής, στην εμπιστοσύνη της Ιεραρχίας και σε όσα υπαγορεύει η συνείδηση μου, για να σας ανταποδώσω όσα προσευχηθήκατε και θελήσατε για μένα, να, τι θα κάνω «ίνα μαρτυρώμεν τη αληθεία» (Ιω.5,33). Θα σας λέγω πάντα την αλήθεια. Όχι μόνο την αλήθεια που είναι οδός και ζωή, δηλ. το Χριστό, αλλά σε καθημερινά πράγματα. Μια αλήθεια που δεν κολακεύει, δεν θα είναι μισή, δεν θα χαϊδεύει, δεν θα αποβλέπει σε τίποτα παρά μόνο στην σωτηρία σας. «Ου ζητώ τα υμών αλλ΄ υμάς» (Β΄ Κορ.12,14), το συμφέρον της ψυχής σας με ενδιαφέρει αδελφοί, όχι η επιδίωξη επαίνων, ούτε το κυνήγι των διακρίσεων και της προβολής. Θα επιμείνετε να ζήσω έτη πολλά μα πιστέψτε με δεν με νοιάζει ο αριθμός τους, όσο το βάρος τους. Για τούτο και δεν πρόκειται σήμερα να κάνω προγραμματικές δηλώσεις για το πώς θα εργασθώ και τι θα προσφέρω. Ήρθα ως Επίσκοπος. Ειλικρινά δεν ξέρω τι θα κάνω. Δεν μαστίζομαι από εμπνεύσεις, δεν επιδιώκω πρωτοτυπίες, δεν είμαι ανακαινιστής, ούτε άπληστος για αλλαγές. Ό,τι με φωτίσει ο Θεός. Σε ό,τι με οδηγήσουν οι δικές σας προσευχές και οι δικές πνευματικές και όχι μόνον ανάγκες. Καλύτερα γι΄ αυτά είναι να μιλήσουν άλλοι αργότερα. Όταν θα με φιλήσει η Χάρις του Θεού και δεν θα μου χρωστάει τίποτε άλλο ο επισκοπικός μου θρόνος. Κι ακόμα καλύτερα, όσα θα γίνουν ας είναι για την ενώπιον του θρόνου του Δικαιοκρίτου Κυρίου μας κότινος δόξης κι όχι πέτρα που θα με βυθίσει στην άβυσσο της ανυπαρξίας των προσώπων.

Γνωρίζω ό,τι κληρονομώ μια σοβαρή, πρότυπη και δυναμική ποιμαντορία. Του πνευματικού μας πατέρα Γέροντος πρ. Μητροπολίτου Κισάμου και Σελίνου Ειρηναίου, ο οποίος οικοδόμησε ψυχές, έκτισε ναούς, ίδρυσε ιδρύματα, πρωτοστάτησε σε κινητοποιήσεις, ηγήθηκε σε λαϊκά αιτήματα, ίδρυσε εταιρείες, έγραψε, συζήτησε, κήρυξε, ευλόγησε, προσευχήθηκε και άφησε ζωντανό το όνομα του Κυρίου και ζεστή τη σχέση μας με την Εκκλησία Του. Καρποί ώριμοι στα βαρυφορτωμένα κλαδιά, τα στάχυα μεστωμένα, η γη ποτισμένη, οι ψυχές αναπαυμένες, η σοδειά πλούσια που την κρατώ στα χέρια μου σαν πολύτιμο μαργαριτάρι, ακριβό θησαυρό. Όλα αυτά θα μου είναι το ζεστό καταφύγιο στις παγωμένες κι ολομόναχες χειμωνιάτικες νύχτες που θα ρθουν στην ποιμαντορική μου διακονία.

Στηρίζομαι στη μαρτυρημένη εμπειρία της Εκκλησίας και θα κάνω δειλά βήματα πάνω στα κύματα, κοιτώντας κατά πρόσωπον τον Ιησού. Μήπως προλάβουμε να απολαύσουμε εφαρμοσμένη θεολογία πριν πεθάνουμε. Δηλαδή: Μια Εκκλησία που δε θα δεσμεύει τους ανθρώπους με «βαρέα και δυσβάστακτα» (Μτθ. 23,4). Μια Εκκλησία που θα «λευκαίνει τον σπιλωμένο χιτώνα τους με το αίμα του αρνίου» (Αποκ.6,14) και θα «εξαλείφει κάθε δάκρυ από τα μάτια τους» (Αποκ. 6,16-17), κάνοντας χειροπιαστό αυτό που χρειάζεται ο κόσμος μας, την ελπίδα. Μια Εκκλησία με μορφή σεμνή, λιτή, κοντινή στο σήμερα, οικεία, με λιγότερη αρματωσιά και στόμφο. Που «καθαρή και αμίαντος», χωρίς να ξεπέφτει σε υπηρεσία κοινωνικής πρόνοιας, «θα επισκέπτεται τους ανθρώπους στη θλίψη τους» (Ιακ.Αδ.1,27), και θα τους γεμίζει με την παρουσία του Σταυρωμένου και Αναστημένου Κυρίου Ιησού. Που δεν θα είναι «ηθικοπλαστικός οργανισμός, αλλά σώμα σωτηρίας, όπου τα μέλη Της δεν σώζονται για την επάρκειά τους, αλλά για την ανεπάρκεια τους». Μια Εκκλησία που δεν θα πολιτικολογεί, ούτε θα εθνικολογεί, αλλά μόνο θα θεολογεί, αφού ο θεολογικός λόγος είναι και πολιτικός, της πολιτείας του Θεού, είναι και εθνικός, του έθνους των Χριστιανών.  Αλλά μήτε και θα τεχνολογεί, αλλά με λόγο κατανοητό θα αγκιστρώνει τις ψυχές, αφού τις περνά απ΄ του μυαλού τ΄ αυλάκια για να τις οδηγήσει σε μια ενοποίηση «ήθους και αισθητικής, σαν μια διαρκή νίκη κατά του κερματισμού». Μια Εκκλησία που θα οδηγήσει τον άνθρωπο στο «αποκεκρυμμένο κάλλος», εκεί όπου ο άνθρωπος ή σώζεται ολόκληρος ή δεν σώζεται καθόλου. Μια Εκκλησία που την εμπιστευόμαστε και όχι που ζητάει. Μια Εκκλησία που θα μας αναστήσει στη λογική που ελευθερώνει, θα απαντήσει στα καθημερινά δράματα και αδιέξοδα μας, στα αναπάντητα «γιατί» και ερωτήματα μας. Μια Εκκλησία που θα μας προσφέρει τον Θεό που λυτρώνει, που θα βασίζεται στην μια έξοδο από την φιλαυτία και την μυωπία μας προς τη διέξοδο της αυταπάρνησης και το φως του αληθινού Θεού.

Δεν μπορεί η Εκκλησία να κηρύττει Θεό που είναι πανταχού παρών και από τη ζωή Της απών. Το τρίπτυχο Ενορία-Κοινωνία-Παράδοση, θα είναι ένα βουνό, που θα μας φωνάζει στην κορυφή του, όπως τον Μωυσή για να μεσιτεύω για σας. Μα δεν θα ανεβαίνω μόνος μου το Όρος της Ερημώσεως. Κουπαστή στον ανήφορο θα είναι οι μοναστικές αδελφότητες  της Παναγίας Οδηγητρίας Γωνιάς, και του Παρθενώνος. Έχω και τους αδελφούς μου κληρικούς , τους οποίους βαθύτατα σέβομαι, τιμώ και αναγνωρίζω το πολύτιμο έργο και την προσφορά τους, να μου κρατούν ψηλά τα χέρια όταν θα γιγαντώνεται μέσα μου η απελπισία του κόσμου. Μ΄ αυτούς τους αδελφούς μου κι αν δεν συμφωνούμε κάποτε σε ό,τι είναι φρόνιμο, τουλάχιστον θα συντονιζόμαστε στην διακονία του ίδιου Θεού. Μπορεί να φαίνεται ότι οι κληρικοί διαφέρουμε από τους ανθρώπους του καιρού μας κι ότι ο χρόνος μας προσπερνά. Όταν εμείς αυτάρεσκα πίσω από το πρίσμα της αιωνιότητας «θεώμεθα τα τεκταινόμενα» της Ορθοδόξου πίστεως κάτω από τη σκιά των θριάμβων της και των αμαρτιών μας.

Όμως το πραγματικό πεδίο μάχης της Εκκλησίας δεν είναι στην πολιτική, στην διπλωματία, στα οικονομικά. Είναι στο σιωπηλό πεδίο του ατομικού πνεύματος. Για να εισέλθομε εκεί, Πατέρες και αδελφοί μου κληρικοί, που από καρδιάς σας ευχαριστώ για τα δώρα που μου προσφέρατε και τα θερμά σας λόγια, κυρίως όμως για το έργο και διακονία σας, οφείλουμε να παίρνουμε την αλήθεια σαν λυχνάρι και να βγαίνουμε όπως οι πρώτοι Απόστολοι για να πούμε το καλό άγγελμα, σ΄ όποιον θέλει ν΄ ακούσει. Αν η ιστορία σταθεί εμπόδιο στο δρόμο μας, να την αγνοήσουμε. Αν μας εμποδίσουν τα συστήματα να τα παραμερίσουμε. Αν μας βαραίνουν τα αξιώματα, να τα αποξέσουμε. Και τότε θα συναντήσουμε το μόνο που δεν είναι νέο και άγνωστο για μας, τον άνθρωπο, όταν τον γνωρίζουμε και όταν τον αγαπάμε, δηλ. όταν ζούμε μαζί του μέσα στην απλή οικειότητα της συμβίωσης.

Ας μη μας ξαφνιάζει το ότι και έξω από την Εκκλησία υπάρχει μια ενότης, που την παραμελούμε συχνά. Είναι η ενότητα των ανθρώπων που υποφέρουν μαζί την κοινή ύπαρξη, χαίρονται τις κοινές χαρές, και συμμερίζονται τις ίδιες λύπες. Είναι αυτοί που μας έχουν περισσότερη ανάγκη. Αυτοί που σκύβουν κάτω από το φορτίο της υπάρξεως, των οποίων η ζωή είναι μια καθημερινή πάλη για την απλή συντήρηση, που τους λείπει το ταλέντο και οι ευκαιρίες, που ζουν με τον φόβο των χρεών και των δανείων, με το άγχος των φροντιστηρίων και της ανεργίας, με την ατολμία για τον γάμο και την παιδοποιία, τόσο που δεν βρίσκουν τον καιρό ούτε και την δύναμη να κάνουν τους λογαριασμούς της ψυχής τους. Ένα κόσμο που σήμερα τον ευλογώ και του ανοίγω την αγκαλιά μου. Όμως, για μια στιγμή βρίσκω να κόβεται το αίμα μου, καθώς είναι πολύ βαρύς να τον σηκώσω. Η δική μου αντοχή και η κατανόηση θα σκοντάφτει συχνά. Αλλά αφού έχει κατανόηση ο Θεός, τότε όλοι μας εξακολουθούμε να έχουμε ελπίδες.

Να είστε βέβαιοι πως κι αν κάποτε μου λείψει η κατανόηση, δε θα μου λείψει η αγάπη. Ικετευτικά υψώνω τα χέρια μου προς τον οικτήρμονα Θεό για όλους σας. Για τους ευσεβείς οικογενειάρχες, τους άνδρες και τις γυναίκες όπου με πόνο και πόθο ανασταίνετε τα παιδιά σας, για τους ανθρώπους του μόχθου που με τον τίμιο ιδρώτα σας βγάζετε το ψωμί σας, για του νέους και τις νέες του τόπου και των επαρχιών μας που λιώνεται τα νιάτα σας στη βιοπάλη, για την φοιτητιώσα, σπουδάζουσα και μαθητιώσα νεολαία μας, για τα τιμημένα και πολλές φορές λησμονημένα μα περήφανα γηρατειά, που κουβαλάνε πόνους και πίκρες της ζωής, χαρές και λύπες μα και μια γόνιμη και απαραίτητη εμπειρία, για τα Καθιδρύματα της Μητροπόλεως μας και τους ανθρώπους τους, την Ο.Α.Κ., το Αννουσάκειο Γηροκομείο – Θεραπευτήριο και τα Οικοτροφεία της που τόσα προσφέρουν στον τόπο και την Εκκλησία.

Γνωρίζω τα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα μια οικογένεια. Γνωρίζω τα αδιέξοδα με τα οποία έρχεται αντιμέτωπη η νεολαία μας. Γνωρίζω ότι πολλοί νέοι πληγωμένοι και διαψευσμένοι αναζητούν απαντήσεις στον ψεύτικο παράδεισο των ναρκωτικών και άλλοι στις απατηλές, στις ψεύτικες καταστροφικές λατρείες και αιρέσεις. Τα παιδιά αυτά διψούν για μια άλλη ζωή. Διψούν για την πραγματική ευτυχία. Για τούτο και αισθάνομαι έντονη την ανάγκη ετούτη τη μοναδική για την Εκκλησία μα και την προσωπική μου ζωή ώρα να τους κοιτάξω, να σας κοιτάξω στα μάτια νέοι και νέες του τόπου μας και να σας πω: Παιδία μου και αδέλφια μου: σας εναγκαλίζομαι με ανιδιοτελή και ανυπόκριτη αγάπη. Σας καμαρώνω και θα προσεύχομαι ιδιαιτέρως για σας με όλη μου την δύναμη. Στα σπινθηροβόλα και ανήσυχα μάτια σας αντικρίζω το μέλλον αυτού του τόπου. Στις ενστάσεις και τις απορίες σας διαβλέπω την αναζήτηση της αλήθειας και της αυθεντικότητας. Στις οργισμένες φωνές σας ακούω τους άνομους συμβιβασμούς μας και τα εξοργιστικά μας λάθη που σας πληγώνουν. Στις πτώσεις σας στη ζωή, την απόρριψη των υποκρισιών και των ανομιών μας. Μην αποκάμετε όμως αδέλφια μου. Υπάρχει ελπίδα και έχει όνομα. Λέγεται Χριστός και Εκκλησία. Προσπεράστε τα λάθη και τις μικρότητες μας με γενναιοφροσύνη, προσπεράστε και εμάς αν  θέλετε, όταν δεν αξίζουμε της αγάπης και της παραδοχής σας, αλλά ποτέ, σας παρακαλώ, ποτέ μην προσπεράσετε τον Χριστό. Ένα λόγο μόνον θα σας πω. Ο Επίσκοπος, φίλος και αδελφός σας είναι εδώ και δεν θα φεισθή κόπων και θυσιών, προκειμένου και σεις να έλθετε εδώ. Στην Εκκλησία, στον Χριστό, στην ελπίδα, στην ζωή. Μαζί θα προχωρήσουμε, μαζί θα παλέψουμε. Δώστε μου τα χέρια σας. Πάρτε την καρδιά μου.

Χαιρετίζω ξεχωριστά τον πνευματικό κόσμο των επαρχιών μας, τους ανθρώπους της τέχνης και του πολιτισμού, εξόχως δε τους λίαν αγαπητούς μου και εκλεκτούς συναδέλφους εκπαιδευτικούς όλων των βαθμίδων που κρατάτε στα χέρια σας την ελπίδα και το μέλλον του τόπου μας. Τιμώ το έργο και την προσφορά σας και γνωρίζω ότι δίνετε τον καλύτερο εαυτό σας. Θα είμαι δίπλα σας και μαζί σας. Πολλοί, κατά το διάστημα αυτό, μου ζητήσατε να μην αλλάξω, να παραμείνω όπως με ξέρετε. Όμως, κι αυτό από σας εξαρτάται αδελφοί μου. Ειπώθηκε πως το αξίωμα είναι «σαράκι των οστών» (Παρ.14,30), μα οφείλω να περισώσω την ακεραιότητά του τόσο από τις συνέπειες της ανεπάρκειας, όσο και από την αναξιοπρεπή οικειότητα σ΄ αυτό. Αφού, αντιστρέφοντας το ευαγγελικό, θα μπορούσα να πω: δεν σας διάλεξα εγώ, εσείς με διαλέξατε. Μακάρι όσο ηχηρό ήταν το χειροκρότημα σας, τόσο δυνατή να είναι και η προσευχή σας για μένα. Ό αντίλαλος του χειροκροτήματος θα σβήσει σε λίγο, να, έσβησε κιόλας, όμως τους γλυκούς χυμούς της προσευχής σας, θα τους γευθούμε όλοι.

Στηρίζομαι στις ευχές και τις προσευχές των Σεβασμιωτάτων Αγίων Αρχιερέων της νήσου μας, οι οποίοι με έφεραν κοντά σας και γίνονται συν-κοινωνοί αυτής της μεγάλης και ιστορικής για την Εκκλησία και τον τόπο μας στιγμής και τους οποίους και πάλιν και πολλάκις εκ μέσης καρδίας ευχαριστώ και ευγνωμονώ. Στηρίζομαι στην αγάπη των τιμίων και αξίων λεβιτών-κληρικών της Μητροπόλεως μας, τους πιο στενούς κ εκλεκτούς συνεργάτες μου. Στηρίζομαι στην εμπιστοσύνη του λαού μας και των δύο επαρχιών μας, σε όλους εσάς τους αγαπημένους  και οικείους μου ανθρώπους του μόχθου και της βιοπάλης, τους φίλους και αδελφούς μου, που τόσα πολύτιμα μου προσφέρετε όλα αυτά τα χρόνια της αναστροφής μου μαζί σας.

Σας ευχαριστώ για όλα όσα πλουσιοπάροχα η αγάπη σας μου χάρισε και μου χαρίζει  και σήμερα και στην χειροτονία μου σε δώρα, γλυκίσματα, και κεράσματα ως και τους Γυναικείους Συλλόγους και Φορείς των επαρχιών μας για τις προσφορές σας, κυρίως όμως ευχαριστώ για την προσευχή σας που ξέρω πως μου χαρίζετε και τόσο έχω ανάγκη. Στηρίζομαι στην αγάπη και την συμπαράσταση των αρχών της Κεντρικής εξουσίας και της Τοπικής Αυτοδιοικήσεως, τον εξοχότατο κ. Υπουργό και εκπρόσωπο της Ελληνικής Κυβερνήσεως, τον αξιότιμο κ. Γενικό Γραμματέα του Υπ. Ανάπτυξης τους εντιμότατους κ. Βουλευτές του Νομού μας, τον κ. Νομάρχη Χανίων, τους αξιότιμους κ. Δήμαρχους, τους κ. Νομαρχιακούς και Δημοτικούς Σύμβουλους, τους εκπρόσωπους του Στρατού, της Αστυνομίας, της Αεροπορίας, του Ναυτικού, της Πυροσβεστικής, της Πρωτοβάθμιας, Δευτεροβάθμιας και Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, τους κ. Προϊστάμενους των Δημοσίων Υπηρεσιών ως και τους εκπρόσωπους Συλλόγων και Φορέων και των δύο επαρχιών μας. Καρδιακά σας ευχαριστώ τόσον για την παρουσία, όσο και για την ευγένεια σας, τα καλά σας λόγια και την πηγαία και αυθόρμητη έκφραση των συναισθημάτων σας, είμαι δε βέβαιος ότι θα συλλειτουργήσουμε  και θα συνεργασθούμε αρμονικά και αποδοτικά για ό,τι καλό για αυτόν τον τρισευλογημένο τόπο και τον θαυμάσιο λαό μας.
Περαίροντας υποβάλλω μέσω του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πέτρας και Χερονήσσου κ. Νεκταρίου εκπροσώπου της Α.Θ.Π. του Οικουμενικού ημών Πατριάρχου κ. κ. Βαρθολομαίου, τον γνήσιο εκφραστή μιας οικουμενικής ορθοδοξίας και ορθοπραξίας στους αντίποδες της παγκοσμιοποίησης, τον βαθύτατο σεβασμό και την έως εσχάτων αφοσίωση μου προς τον  Αρχιεπίσκοπο Κων/λεως, Νέας Ρώμης και Οικουμενικό ημών Πατριάρχη που πολλά μοχθεί για την ειρήνη στον κόσμο και την ευστάθεια των Εκκλησιών.  Παρακαλώ δε την μάνα μου να συνεχίσει ν΄ ανάβει το καντήλι στο πατρικό μας σπίτι και να καίει το λιβάνι της προσευχής της στην Παναγία μας, που είναι η μάνα του κόσμου, για μένα τον ελάχιστο, για να σκεπάζει και να φυλάττει από κάθε κακό τον κόσμο όλο και μένα τον ανάξιο.

Προσευχηθείτε παρακαλώ Σεβασμιώτατοι Άγιοι Αρχιερείς, πατέρες και αδελφοί μου Χριστιανοί, να μείνω άτρωτος από την υπερηφάνεια, να μη με βάλει σε πειρασμό η αυταρχικότητα και η φιλοδοξία. «Δια της πραότητας και της επιεικείας του Χριστού» να βαδίζω ενίοτε «εν τρόμω» και να προσεύχομαι συχνά «εν τω κρυπτώ». Προσευχηθείτε  να αντέχω στην διακονία της Εκκλησίας. Η πίεση των υποθέσεων και οι απαιτήσεις των ανθρώπων να μου αφήνουν χρόνο και θέληση για να ρυθμίσω και εγώ, σηκώνοντας τον σταυρό μου, τις υποθέσεις και της δικής μου ψυχής, ώστε να μη βρεθώ, κάποτε, κλεισμένος έξω από την Ειρήνη των Εκλεκτών και την κοινωνία των Αγίων.