Skip to content Skip to footer

Τοπικοί Άγιοι

agios melxisedekΟ Μελχισεδέκ Δεσποτάκης καταγόμενος από το Ηράκλειο της Κρήτης σε νεαρή ηλικία γίνεται μοναχός και μεταβαίνει εις τις παραδουνάβειες ηγεμονίες και στην πόλη Ιασίου της Ρουμανίας μαθητεύει ανώτερες σπουδές κοντά στον διδάσκαλο Κλεόβουλο. Τον Ιανουάριο του 1818 εχειροτονήθηκε επίσκοπος της επισκοπής Κισσάμου και Σελίνου διαδεχόμενος τον Ιωαννίκιο. Γενναίος και με ακμαίο εθνικό φρόνημα είχε μυηθεί εις τα της Φιλικής Εταιρείας υπό του εκ Κίου της Μικράς Ασίας Πάγκαλου Βαρνάβα. Αναδείχθηκε πρωτεργάτης της επαναστάσεως του 1821. Γενναίου και ατρόμητου χαρακτήρα ο επίσκοπος απέκρουε απτόητα πολλές και άδικες απαιτήσεις των Τούρκων Γενιτσάρων.

ΣΥΛΛΗΨΗ ΚΑΙ ΜΑΡΤΥΡΙΚΟΣ ΘΑΝΑΤΟΣ

Κατά τα μέσα περίπου του Μαϊου του 1821 οι Τούρκοι των Χανίων γνωρίζοντας ήδη τις κινήσεις του Επισκόπου στην επαρχία του Σελίνου μόλις αυτός επέστρεψε στην έδρα της Επισκοπής του που τα χρόνια εκείνα ήταν το χωριό Επισκοπή Κισσάμου με μητροπολιτικό ναό την αρχαία Εκκλησία της Ροτόντας (Μιχαήλ Αρχάγγελλος) παρουσιάστηκαν εις τον Τούρκο διοικητή των Χανίων τον Σερίφ Πασά και απαίτησαν την σύλληψη και την φυλάκιση του επισκόπου. Ο πασάς υπακούοντας στις απαιτήσεις του όχλου διέταξε να συλληφθεί ο επίσκοπος με την κατηγορία «ότι περιήρχετο την επαρχία του, κινών τον λαόν των Χριστιανών εις αποστασίαν». Στις φυλακές των Χανίων που τον οδήγησαν τον έκλεισαν στο φρούριο της Σπλάντζιας (Τουρκικής συνοικίας τότε) μαζί με τον Ιεροδιάκονο Καλλίνικο, Βεροιέα την καταγωγή, τον οποίον μισούσαν οι Τούρκοι δια τον νέο τρόπο διδασκαλίας που εφάρμοζε και εμπαικτικώς τον αποκαλούσαν (Νιζαμζετιτλήν). Αυτόν συνέλαβαν εις το χωριό Περιβόλια Κυδωνίας και εις την οικία του Κωνσταντίνου Γερακάκη.

Εις τους φυλακισμένους επιίσκοπο και διάκονο οι Τούρκοι αποφάσισαν σε αυτούς πρώτα να δώσουν το πρώτο σημείο των μελετηθέντων κατά των Χριστιανών της Κρήτης σχεδίων τους. Έλπιζαν με τρομοκρατία και σφαγές αμάχων να καταπνίξουν το μελετώμενο επαναστατικό κίνημα. Ο τουρκικός όχλος με αλλαλαγμούς και οχλαγωγία απαίτησε από τον πασά την παράδοση στα χέρια τους του επισκόπου και του διακόνου. Ο πασάς έδωσε την άδεια και αφήνουμε σε αυτόπτες μάρτυρες των γεγονότων να μας δώσουν την συνέχεια του μαρτυρίου.

«Τον επίσκοπο αυτό μετά πικροτάτας κολάσεις απηγχόνισαν, αφού πρώτα τον περιτριγύρισαν εις τα σοκάκια της πόλεως (Χανίων) γυμνόν, τίλλοντες και ανασπώντες τας τρίχας των γενείων του και κατακτυπώντες τον κατά κεφαλής…. Τέλος κρεμάσαντες, εξόρυξαν και τους οφθαλμούς του, μεληδόν κατακόψαντες το μακάριον εκείνον σώμα του, καίτοι νεκρόν. Τα ίδια ταύτα κατεπράξαντο και εις τον μακαρίτην διδάσκαλον Καλλίνικον» έγραψαν οι Κρήτες Φιλικοί προς τους Υδραίους τη 25η Μαϊου1821.

Ο Γάλλος πρόξενος Χανίων αυτόπτης μάρτυρας του μαρτύριου μας διέσωσε στις σημειώσεις του αρχείου του Γαλλικού προξενείου Χανίων ότι ο Μελχισεδέκ τις τελευταίες στιγμές της ζωής του εφώναξε «Φάτε θεριά τις σάρκες μου μα τον πνεύμα μου που παραδίδω σήμερα στον πλάστη μου δεν μπορείτε να μου το βλάψετε. Έχω ελπίδα σταθερά πως ο Θεός θα τιμωρήσει την κακία σας πολύ γρήγορα γιατί χύνετε άδικα των Χριστιανών το αίμα. Ο περιηγητής Pashley αναφέρει πως «………ο επίσκοπος Κισσάμου παρεδόθη εις την μήνιν του όχλου όστις άνευ διακρίσεως εις το αξίωμά του, τον έσυρεν από την γενειάδα ημίγυμνον δια μέσου όλης της πόλεως και τον απηγχόνισε θηριωδώς εις την οδόν προς την μητροπολίν του. Αδυνατώ να περιγράψω την αγρίαν χαρά του όχλου και ακόμα ολιγότερον την αγανάκτησιν των δημίων, οίτινες παρά τας θηριωδίας των δεν ηδυνήθησαν να κάμψουν το φρόνημα του δυστυχούς και άξίου καλυτέρας τύχης επισκόπου..».

Τον επίσκοπο Κισσάμου Μελχισεδέκ και τον Ιεροδιάκονο Καλλίνικο κρέμασαν «με ανεκδιήγητον καταισχύνην » στον Πλάτανο της Πλατείας Σπλάντζιας στα Χανιά στις 19 Μαϊου 1821 ημέρα της εορτής της Αναλήψεως του Κυρίου. Εκεί πριν αρκετά χρόνια στήθηκε αναμνηστική πλάκα στην οποία αναγράφεται: «ΣΤΙΣ 19 ΜΑΪΟΥ ΤΟΥ 1821 ΟΙ ΤΟΥΡΚΟΙ ΕΚΡΕΜΑΣΑΝ ΣΕ ΑΥΤΟΝ ΤΟΝ ΠΛΑΤΑΝΟ ΤΟΝ ΕΠΙΣΚΟΠΟ ΚΙΣΣΑΜΟΥ ΜΕΛΧΙΣΕΔΕΚ ΚΑΙ ΤΟΝ ΚΑΛΛΙΝΙΚΟ ΙΕΡΟΔΙΑΚΟΝΟ ΕΚ ΒΕΡΟΙΑΣ.ΑΙΩΝΙΑ Η ΜΝΗΜΗ ΤΩΝ ΜΑΡΤΥΡΩΝ.»

Στις 21 Σεπτεμβρίου 2000 το Οικουμενικό μας Πατριαρχείο με Πατριαρχική και Συνοδική πράξη κατάταξε εις το Αγιολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας τον Ιερομάρτυρα και Εθνομάρτυρα Επίσκοπο Κισσάμου και Σελίνου Μελχισεδέκ καθώς και όλους τους Επισκόπους και των μετ’ αυτών μαρτυρησάντων κληρικών και λαϊκών που μαρτύρησαν από τους Τούρκους κατά τα έτη 1821 και 1822.

ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟ ΑΓΙΟΥ ΜΕΛΧΙΣΕΔΕΚ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΙΣΣΑΜΟΥ

Ήχος γ’ (Θείας Πίστεως.)

«Θείου Πνεύματος τη βακτηρία, ποιμαινόμενος, ποιμήν εδείχθης, Μελχισεδέκ της Κισσάμου ουράνιος, και δι’ αγχόνης τελέσας τον δρόμο σου, τους ουρανούς κατοικίαν κεκλήρωσαι. Όθεν πρέσβευε, Χριστώ τω Θεώ πανένδοξε, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος.»

ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟ ΑΓΙΟΥ ΝΕΟΜΑΡΤΥΡΑ ΚΑΛΛΙΝΙΚΟΥ ΙΕΡΟΔΙΑΚΟΝΟΥ ΤΟΥ ΒΕΡΟΙΕΑ

Ήχος α’ (Της ερήμου πολίτης)

«Της Βεροίας τον γόνον, και της Κρήτης ωραϊσμα, τον τροπαιοφόρον οπλίτην, ανυμνούμεν Καλλίνικον, μαρτύρων γαρ ζηλώσας την τιμήν, αγχόνην ετελεύτησεν το ζήν, και εδείχθη Ορθοδόξοις υπογραμμός, τοις πίστει ανακράζουσι, δόξα τω δεδωκότι σοι ισχύν, δόξα τω σε θαυμαστώσαντι, δόξα τω δοξασθέντι Ιησού τοις θείοις άθλοις σου.»

ΚΟΙΝΟ ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟ ΤΟΥ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΡΑ ΜΕΛΧΙΣΕΔΕΚ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΙΣΣΑΜΟΥ ΚΑΙ ΙΕΡΟΔΙΑΚΟΝΟΥ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΥ ΚΑΛΛΙΝΙΚΟΥ ΤΩΝ ΕΝ ΧΑΝΙΟΙΣ ΜΑΡΤΥΡΗΣΑΝΤΩΝ (Ποίημα Ιωάννου Διδασκάλου)

Ήχος α’ (Της ερήμου πολίτης)

«Των Χανίων το κλέος και της Κρήτης το καύχημα Μελχισεδέκ της Κισσάμου και Σελίνου τον πρόεδρον τιμώμεν το μαρτύριον αυτού άμα και Καλλινίκου του σεμνού, ότι η εν αγχόνη άθλησις αυτών εδείχθη λύτρον της δουλείας των Κρητών. Δόξα τω αθλοθέτι Ιησού, Δόξα τω ημάς ελευθερώσαντι, δόξα τω ενεργούντι δι’ ημών πταισμάτων άφεσιν.»

agioskyrioannisksenosΌσιος Ιωάννης, ο επονομαζόμενος Ξένος ή Αι-Κυρ Γιάννης, όπως μαθαίνουμε από την διαθήκη του, γεννήθηκε στο χωριό Μακρά Σίβα της Επαρχίας Πυριωτίσσης της Μεσαράς, το 970, δέκα χρόνια μετά την απελευθέρωση της Κρήτης από τους Σαρακινούς.

Η Κρήτη κατά καιρούς περιήλθε στο ζυγό διαφόρων κατακτητών. Για 133 χρόνια, από το 828 μέχρι το 961, οι Σαρακινοί Άραβες είχαν μετατρέψει την Κρήτη κέντρο των πειρατικών επιδρομών τους, στο Αιγαίο. Πολλές πόλεις και χωριά της είχαν κυριολεκτικά καταστραφεί και οι Χριστιανοί είχαν πρόβλημα επιβίωσης, όσοι βέβαια είχαν γλιτώσει από τις σφαγές και τον εξισλαμισμό. Έτσι όταν απελευθερώθηκε η Κρήτη το 961 από τον Νικηφόρο Φωκά, υπήρξε άμεση η ανάγκη επανευαγγελισμού των κατοίκων της.

Αν και οι γονείς του ήταν ευσεβείς και εύποροι ο Όσιος Ιωάννης από νεαρής ηλικίας αγάπησε τον Χριστό και αφιέρωσε την ζωή του στον μοναχισμό και στην άσκηση. Ο Όσιος Ιωάννης ο Ξένος θεωρείται συνεχιστής της Ιεραποστολικής δράσεως του Οσίου Αθανασίου του Αθωνίτη και του Οσίου Νίκωνος του Μετανοείτε, αφού για 50 χρόνια κήρυττε και έκτιζε ναούς και μονές πηγαίνοντας από τόπο σε τόπο σε όλη την Κρήτη. Οι δυο προηγούμενοι Ιεραπόστολοι από τον Όσιο Ιωάννη όπως προαναφέρθηκαν είχαν αναλάβει την αναβλάστηση της Ορθοδόξου πίστεως και ζωής στη μεγαλόνησο. Οι δυο όμως αυτοί άντρες δεν παρέμειναν στην Κρήτη. Ο μεν Άγιος Αθανάσιος παρέμεινε για λίγο διάστημα στην Κρήτη και έφυγε για το Άγιον Όρος όπου ίδρυσε την Μονή της Μεγίστης Λαύρας. Ο Όσιος Νίκων ο «Μετανοείτε» παρέμεινε επτά χρόνια στην Κρήτη έδρασε κυρίως στην ανατολικοκεντρική νήσο και κατόπιν έφυγε για τη Λακωνία όπου σήμερα τιμάται ως Πολιούχος Άγιος της Σπάρτης (λέγεται «Μετανοείτε», διότι συνέχεια στο κήρυγμά του καλούσε τους ανθρώπους να μετανοήσουν). Μόνο ο όσιος Ιωάννης ο Ξένος παρέμεινε στο νησί μέχρι το θάνατό του.

Ο Όσιος πατήρ ημών, εκτός από μεγάλος Ιεραπόστολος υπήρξε και γνώστης της Χριστιανικής φιλοσοφίας. Δεν ήταν μόνο μεθοδικός και πρακτικός, αλλά και λόγιος, καθώς συνέγραψε ομιλίες στο κατά Ματθαίο Ευαγγέλιο, όπως επίσης πιθανώς να ήταν υμνογράφος και μεταφραστής έργων του Αριστοτέλους. Γι’ αυτό και εγκωμιάζεται από τους υμνογράφους ως «σοφός, πάνσοφος, μέγας φωστήρ, θεοφόρος, νουνεχής, εμπειρότατος, φιλέρημος, ασκητών κλέος, οσίων καύχημα, Κρήτης το καύχημα».

 

Κέντρο και άξονας της Ιεραποστολικής δράσεως του Αγίου υπήρξε η Ιερά Μονή Παναγίας των Μυριοκεφάλων την οποία ο Άγιος ίδρυσε με θαυμαστό τρόπο (όπως και τα περισσότερα προσκυνήματά του) κατόπιν εντολής της Παναγίας. Εννέα κτίσματα του Αγίου διαβάζουμε στη διαθήκη και βιογραφία του:

1) ο Ναός του Αγίου Ευτυχίου και Ευτυχιανού

2) η Ιερά Μονή Παναγίας Μυριοκεφάλων

3) ο Ναός Αγίου Γεωργίου Δούβρικα στη θέση Μέλικας

4) ο Ναός του Αγίου Γεωργίου (Ψαροπιαστή)

5) η Ιερά Μονή Αγίου Παταπίου

6) ο Ναός της Ζωοδόχου Πηγής Κουφού (γνωστός ως Αη Κυρ-Γιάννης Κουφού)

7) ο Ναός Αγίου Παύλου Σφακίων

8) ο Ναός Αγίου Γεωργίου στις Αζωγυρές

9) ο Ναός Αγίου Ευσταθίου Ακτής Κισάμου

Σ’ αυτήν τη χρονολογική σειρά τοποθετούνται τα κτίσματα και η κτιριολογική δράση του Αγίου. Σύμφωνα με την διαθήκη του «άπαντα τα εν Κρήτη καθιδρύματα αυτού» τα αφιέρωσε στην Ιερά Μονή της Παναγίας των Μυριοκεφάλων, δύναται λοιπόν να χαρακτηρισθούν ως εξαρτήματα –παρεκκλήσια της Μονής Μυριοκεφάλων.

Αξίζει να αναφέρουμε ορισμένα στοιχεία για την ίδρυση της Ιεράς Μονής Μυριοκεφάλων: Η παράδοση και ο βίος του Οσίου μας αναφέρει για την ίδρυση της Μονής ότι ιδρύθηκε μετά από εντολή της Παναγίας. Ο ασκητής Ιωάννης πηγαίνοντας από τόπο σε τόπο έφτασε στην Τούρμα (τοπωνύμιο της περιοχής) Καλαμώνα, στο βουνό Μυριοκέφαλο. Ο χειμώνας ήταν βαρύς και ο Ιωάννης έμενε σ’ ένα σπήλαιο, στη θέση Κούμαρο προσευχόμενος και τρώγοντας αγριόχορτα. Μόλις μπήκε στο σπήλαιο έμεινε τυφλός για 7 ημέρες, χωρίς να πάψει να προσεύχεται. Την 7η μέρα άκουσε μια φωνή να του λέει: «Ιωάννη, βγες έξω και κοίταξε ανατολικά». Πειθαρχώντας λοιπόν σ’ αυτή τη φωνή, βγαίνοντας έξω και αφού στράφηκε στην ανατολή, επανήλθε το φως των ματιών του και τότε είδε ένα μεγάλο φως. Η φωνή συνέχισε: «Ιωάννη σε αυτόν τον τόπο να κτίσεις εκκλησία στο όνομα της υπεραγίας Θεοτόκου της Αντιφωνήτριας». Έφθασε λίγη απόσταση από το μέρος που έβλεπε το φως και εκεί κουρασμένο και διψασμένο τον πήρε βαθύς ύπνος.

Στο όνειρό του είδε άγγελο ο οποίος του είπε: «Ιωάννη μη γυρίσεις πίσω, να κάνεις τον σταυρό σου προς την ανατολή και να θέσεις το χέρι σου στη γη και θα βγει νερό να πιείς, για να συνεχίσεις το έργο σου». Αμέσως έκανε τον σταυρό του έβαλε το χέρι του στη γη με τα 5 δάχτυλά του. Από τη θέση αυτή άρχισε να τρέχει νερό από 5 πηγές (σώζονται και σήμερα), πλύθηκε και ξεκουράστηκε. Άρχισε τότε να ψάχνει μέσα στους βάτους για την εικόνα, χωρίς ποτέλεσμα. Τότε οι εργάτες έβαλαν φωτιά και ενώ καιγόταν το δάσος, ακούστηκε μια φωνή: «Εδώ είμαι». Ο Ιωάννης έτρεξε αμέσως και βρήκε την εικόνα της Παναγίας μέσα στις φλόγες, καμένη λίγο στην άκρη (έτσι σώζεται και σήμερα). Αγόρασε τότε το μέρος και με τη βοήθεια των χριστιανών έχτισε τη Μονή στ’ όνομα της Παναγίας της Αντιφωνήτριας (επειδή η φωνή τον πρόσταξε).

Ο Ιωάννης άφησε τότε το μοναχό Λουκά να συνεχίσει το χτίσιμο και αυτός πήγε σε διάφορα μέρη να κηρύξει το Λόγο Του Θεού. Όταν γύρισε ο ναός δεν είχε τελειώσει και άρχισε εράνους σε μονές για να την ολοκλήρωσή του. Το 1025 πήγε στην Κωνσταντινούπολη στον αυτοκράτορα Ρωμανό και στον Πατριάρχη Αλέξιο για να εξασφαλίσει σταυροπηγιακή αξία (δηλαδή να υπάγεται στη δικαιοδοσία του Πατριάρχη), φέρνοντας εικόνες με ιερά σκεύη κ.ά. Υπάρχουν άλλες δυο εκδοχές για την εικόνα της Παναγίας: Η μια αναφέρει ότι είναι έργο του Ευαγγελιστή Λουκά, και η άλλη αναφέρει ότι την εικόνα της Παναγίας την έφερε ο Όσιος Ιωάννης από την Κωνσταντινούπολη την οποία λέγεται του παρέδωσε ο τότε Πατριάρχης Αλέξιος μαζί με το χρυσόβουλο χαρτί «σιγίλλιo» που του εξασφάλισε την ανεξαρτησία της Μονής.

Η φήμη του προσκυνήματος της Παναγίας διατηρείται και σήμερα και ιδιαίτερα στις 8 Σεπτεμβρίου, ημέρα της γιορτής της. Η Μονή συνέχισε τη λειτουργία της μέχρι τη Β΄ βυζαντινή περίοδο, ενώ επί Βενετοκρατίας δεν υπάρχουν πληροφορίες. Το 1755 ανακαινίστηκε και λίγο αργότερα έπαθε καταστροφές από τους Τούρκους, για ν’ ανακαινιστεί ξανά το 1840 από τον ηγούμενο Ματθαίο. Το 1852 αναγνωρίστηκε σταυροπηγιακή και σταμάτησε η κηδεμονία της από τη Μονή Ρουστίκων. Το 1900 κρίθηκε διαλυτέα Μονή και από το 1961 είναι ενοριακός ναός – ιερό προσκύνημα της Ιεράς Μητροπόλεως Ρεθύμνης & Αυλοποτάμου.

Υπάρχουν πολλοί θρύλοι, παραδόσεις και αναλυτικές περιγραφές για τους ναούς, τις μονές, τα ιδρύματα και κάθε προσκύνημα που ίδρυσε ο Όσιος Ιωάννης ο Ξένος. Από τον βίο του διακρίνουμε ότι πρόκειται για μια μεγάλη Εκκλησιαστική Μορφή. Η Ιεραποστολή υπήρξε ο βασικός και κύριος σκοπός του βίου του. Αφιέρωσε την ζωή του στην διάδοση του Ευαγγελίου στην εμπέδωση της εθνικοθρησκευτικής συνειδήσεως, στην οργάνωση της εκκλησιαστικής ζωής και του μοναχικού βίου και στην ανέγερση δεκάδων Ναών και Μονών.

Η Αγία Κάρα Του μετακομίσθηκε και φυλάσεται στον Ιερό Ναό του Αγίου Κυρίου Ιωάννου του ομώνυμου χωριού της Επαρχίας Κισσάμου, με πολλή ευλάβεια από τους ευσεβείς κατοίκους του χωριού. Έκτοτε αναβλύζει ιάματα ως χαρίσματα σε όσους πιστούς επικαλούνται την βοήθεια του Οσίου και την Χάρη του. Η επίσημη αναγνώριση του Αγίου Ιωάννου έγινε από την Εκκλησία επί της Πατριαρχίας του Κυρίλλου Λουκάρεως στις 29 Απριλίου 1632.

Η μνήμη του εορτάζεται στις 20 Σεπτεμβρίου.

Η Διαθήκη του Οσίου

«Εν ονόματι του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, διορίζω και παραγγέλω εις όλους, ότι όλα τα Μονύδρια και τας Εκκλησίας, όπου χάριτι Χριστού έκτισα και ανήγειρα, θέλω να μένουν καθώς εις την παρούσαν μου Διαθήκην παραγγέλω. Όσα αφιέρωσα εις την Μονήν της Θεοτόκου των Μυριοκεφάλων, είναι έως όπου εις Κωνσταντινούπολιν επήγα καθώς το Συγγιλιώδες Γράμμα δηλώνει, και αυτά θέλω να μείνουν εις την Μονήν αυτήν και εις την εξουσίαν αυτής μέχρι τέλους. Εις δε τον φίλτατόν μου μαθητήν τον ιερομόναχον Κύριλλον αφήνω την εις Κουφόν Χανίων οικοδομηθείσαν Μονήν εις την οποίαν και ευρίσκεται ο ίδιος και όπως θέλει και βούλεται ας την κάμει ως κύριος, εξουσιαστής και οικοκύρης. Ει δε και ήθελε τις να ενόχληση τους μοναχούς των Μυριοκεφάλων από όσα παραγγέλλω, ή τον ιερομόναχον Κύριλλον, οποίου τάγματος και αν είναι, να είναι υποκείμενος εις τας αράς των Αγίων Πατέρων. Όποιος δε πάλιν φυλάξει την Διαθήκην ταύτην απαρασάλευτον και αμετάτρεπτον, η Κυρία Θεοτόκος και μεσίτρια παντός του κόσμου να συγχωρήση τα αμαρτήματά του εν τε τω νυν αιώνι και εν τω μέλλοντι, και να τον στήση ο Κύριος εκ δεξιών Αυτού εις την Βασιλείαν Αυτού την Ουράνιον. Αμήν.

Μόσχος διάκονος και νομικός γραφεύς Χάνδακος, ιδία χειρί υπέγραψα.

Φιλάρετος πρωτοσπαθάριος ο βραχέων και στρατηγός Κρήτης παρών εις την παρούσαν διαθήκην του μοναχού Ιωάννου, προτραπείς παρ’ αυτού υπέγραψα.

Ευμάθιος πρωτοσπαθάριος και στρατηγός Κρήτης παρών εις την παρούσαν διαθήκην του μοναχού Ιωάννου προτραπείς παρ’ αυτού υπέγραψα.

Παπάς Λέων δαφερέρος, νοτάριος της βασιλικής εξουσίας, μετέγραψα την παρούσαν διαθήκην του μοναχού και Οσίου Πατρός ημών Κυρ Ιωάννου του εν τη Κρήτη της επωνυμίας.

“Ετος από κτίσεως κόσμου “ςφλς” (6536), από δε Χριστού έτος “αλα” (1031)».

Απολυτίκιον Οσίου

 Ήχος α’

«Της Κρήτης τον Γόνον και Ασκητών εγκαλλώπισμα, Ναών παμπόλλων

 ιδρυτήν, Ιωάννην τον Όσιον, τιμήσωμεν εν ύμνοις οι πιστοί, βοώντες προς

 αυτόν χαρμονικώς σώζε τας λιταίς σου τους την μνήμην σου τελούντας και

 βοώντας σοι. Δόξα τω σε δοξάσαντι Χριστώ, δόξα τω σε θαυμαστώσαντι,

 δόξα τω ενεργούντι διά σου πάσιν ιάματα.»

99pateres«Πατέρες της Εκκλησίας» είναι η επωνυμία που έδιναν τους πρώτους αιώνες της Χριστιανοσύνης, σε όποιους διακρίθηκαν στην προσπάθεια για την θεωρητική κυρίως θεμελίωσή Της, αλλά και στην αγιωσύνη της ζωής τους.

Μέσα από την σοφία τους έγιναν πασίγνωστοι και κυρίως ως υπερασπιστές της Ορθοδοξίας στην καταπολέμηση των αιρέσεων. Ανάμεσα στους σπουδαιότερους: Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ο Μέγας Βασίλειος και ο Γρηγόριος ο Ναζιανζινός.

Στο πέρασμα των χρόνων η ίδια επωνυμία δόθηκε σε κληρικούς, μοναχούς και σεβάσμια πρόσωπα. Με αυτήν την δεύτερη έννοια χρησιμοποιείται η λέξη στα βιβλία που γράφουν για την ζωή, την χριστιανική δράση και τον θάνατο των 99 Θεοφόρων Πατέρων της Εκκλησίας μας, οι οποίοι σχετίζονται με την Ιερά Μητρόπολη Κισσάμου και Σελίνου.

Στις αρχές λοιπόν του 1600 ξεκίνησαν από την Αίγυπτο 36 από αυτούς. Έφτασαν στην Κύπρο και εκεί αναζήτησαν τόπο ερημικό για να μπορέσουν να αφοσιωθούν απερίσπαστοι στην λατρεία του Θεού. Πίστευαν ότι μόνο χωρίς πολυκοσμία και μέσα στην ερημιά θα μπορούσαν να ζήσουν όπως ήθελαν. Ότι μόνο έτσι μπορεί κανείς να επικοινωνεί με τον Ύψιστο, να προσεύχεται σ΄ Αυτόν και να Τον υμνεί. Όσο όμως κι αν επιδίωξαν την ερημιά οι συγκεκριμένοι εκείνοι Πατέρες στην Κύπρο, η φήμη τους εξαπλώθηκε παντού. Πολύ σύντομα ήταν δίπλα τους πλήθος κόσμου για να ακούσει την διδασκαλία τους και να θαυμάσει τον ήρεμο, άκακο και άγιο τρόπο της ζωής τους. Στην συντροφιά τους τότε προστέθηκαν κι άλλοι Πατέρες Κύπριοι 38 στον αριθμό. Η ερημιά που ζητούσαν δεν υπήρχε πλέον και έτσι οι 75 ως τώρα Πατέρες αποφάσισαν να μεταναστεύσουν πηγαίνοντας προς την Αττάλεια της Μικράς Ασίας. Όμως ούτε εκεί μπόρεσαν να βρουν την πολυπόθητη ησυχία. Οι άνθρωποι συνέρρεαν σαν μέλισσες, που ζητούσαν με επιμονή να ρουφήξουν το μέλι της διδασκαλίας τους, το άρωμα της αγιοσύνης τους. Ταυτόχρονα προστέθηκαν άλλοι 24 Πατέρες από εκεί, ντόπιοι και έτσι έφτασαν στον αριθμό 99. Οι Πατέρες δεν έπαιρναν άλλο μαζί τους διότι πίστευαν πως τα οικονόμησε έτσι ο Κύριος ώστε ο εκατοστός να είναι ο Ίδιος.

 

Αφού η κατάσταση ολοένα και χειροτέρευε, μη έχοντας άλλη επιλογή, αποφασίζουν να μεταναστεύσουν πάλι και αυτή την φορά για την Κρήτη. Καθώς έπλεαν με την βάρκα τους και οι 99 στο φουρτουνιασμένο Αιγαίο βλέπουν από μακριά την Κρήτη. Η τρικυμία δεν τους επέτρεψε να φτάσουν κοντά, καθώς κινδύνευσε το καράβι τους να χτυπήσει στα βράχια. Έτσι μετά από μια περιπλάνηση ημερών στις ακτές του νησιού έφτασαν τελικά στο νησί Γαύδο. Αξίζει να πούμε ότι οι Πατέρες είχαν σκοπό να αποβιβαστούν στο ανατολικότερο σημείο της μεγαλονήσου, στην Σητεία που είναι ποιο κοντά στην Μικρά Ασία όπου ξεκίνησαν. Η φουρτούνα όμως τους ανάγκασε να τραβήξουν νότια και ύστερα δυτικά και έτσι περνώντας από Ιεράπετρα και Καλούς Λιμένες, αφού ηρέμησε ο καιρός κατάφεραν να αράξουν σε κάποιο μικρό κόλπο στην Γαύδο.

Στην Γαύδο οι Πατέρες έμειναν 24 μέρες και αφότου ηρέμησε η θάλασσα μπήκαν στη βάρκα τους και γύρισαν στην Κρήτη. Έφτασαν απέναντι στα Σφακιά που είναι περίπου είκοσι μίλια απόσταση, μετά που κατέβηκαν διαπίστωσαν ότι έλειπε ένας και αυτός ήταν ο Ιωάννης ο Ερημίτης. Έτσι έχουμε το εξής θαύμα: Θέλοντας ο Θεός να δοξάσει τον Άγιο Ιωάννη και να φανερώσει στους ανθρώπους την αρετή του, τον σκέπασε με νέφος εκεί που κοιμόταν όταν έφευγαν οι Πατέρες και έτσι δεν τον είδαν. Δεν φτάνει όμως αυτό αλλά όταν το αντιλήφθηκαν δεν μπορούσαν να γυρίσουν πίσω γιατί άρχισε και πάλι τρικυμία, έτσι συγκεντρώθηκαν στην παραλία των Σφακίων και περίμεναν. Το θαύμα αυτό ολοκληρώνεται όταν ο Ιωάννης μετά από αρκετή προσευχή ηρέμησε την θάλασσα και απλώνοντας το μανδύα του στο νερό άρχισε να πλέει σαν βάρκα, μετά ανέβηκε πάνω, έβαλε το ραβδί του για κατάρτι και το ράσο του για άρμενο. Με το θαυμαστό αυτό τρόπο έφτασε μετά από μερικές ώρες εκεί που τον περίμεναν οι υπόλοιποι 98 Πατέρες οι οποίοι έκθαμβοι από το θαύμα που είδαν τον αγκάλιασαν και όλοι μαζί έψαλαν ύμνους στο θεό.

Αφού περιπλανήθηκαν στις ακτές και τα βουνά των Σφακίων οι Πατέρες αναζήτησαν κατάλυμα. Κατευθύνθηκαν δυτικότερα και μπήκαν στην επαρχία Σελίνου. Εκεί βρήκαν μια σπηλιά στο βουνό του μεγάλου χάρακα κοντά στο χωριό Αζωγυρέ και δίπλα σε ένα ποτάμι. Ύστερα από τόσες ταλαιπωρίες βρήκαν επιτέλους την ησυχία που αναζητούσαν. Επειδή η σπηλιά δεν ήταν τόσο μεγάλη που να χωρέσει και τους 99 μοιράστηκαν. Οι 36 πέρασαν απέναντι από το ποτάμι σε μια άλλη σπηλιά. Μοναδικό φαγητό για αυτούς ήταν χαρούπια και οι καρποί του σκίνου και δεν έκαναν τίποτα άλλο από το να προσεύχονται. Ενώ οι λοιποί Πατέρες ήταν ευχαριστημένοι με το κοινόβιο, ο Άγιος Ιωάννης ήταν θερμός υποστηρικτής του απόλυτου μοναχικού βίου. Θεωρούσε την παρουσία ακόμη και σεβάσμιων ανθρώπων εμπόδιο στην προσπάθεια ολόψυχης αφιερώσεως και επικοινωνία με τον Θεό. Στην τελευταία κοινή προσευχή τους, οι Πατέρες, πριν φύγει ο Ιωάννης παρακάλεσαν τον Θεό να τους εκπληρώσει μια επιθυμία που ήταν καθολική. Ζήτησαν να πεθάνουν όλοι μαζί την ίδια μέρα.

Φεύγοντας ο Άγιος Ιωάννης από τον Αζωγυρέ και αφήνοντας πίσω του τους 98 πατέρες μετά από πολύ ταλαιπωρία, έφτασε στο ακρωτήρι Χανίων. (Σύμφωνα με την παράδοση, ο Άγιος πηγαίνοντας για τα Χανιά πέρασε και σταμάτησε για να ξεκουραστεί στην Μαραθοκεφάλα Κισάμου, όπου κι εκεί υπάρχει σπήλαιο το οποίο έχει ένα εκκλησάκι και εορτάζει στην μνήμη του), σημερινό προσκύνημα. Φτάνοντας στο Ακρωτήρι ο Όσιος Ιωάννης βρήκε ένα σπήλαιο όπου και έζησε πολλά χρόνια. Μια μέρα που ο Άγιος βγήκε να βρει μερικά χόρτα κάποιος βοσκός τον πέρασε για θήραμα πίσω από τους θάμνους που ήταν και τον χτύπησε με το τόξο του. Ακολουθώντας τα αίματα ο βοσκός έφτασε στη σπηλιά όπου με δυσκολία είχε συρθεί ως εκεί ο Άγιος. Στεναχωρημένος ο βοσκός ζητούσε να τον συγχωρήσει και τότε με ήρεμη φωνή του απάντησε ο Άγιος Ιωάννης: «εγώ σε συγχωρώ μα το σπουδαιότερο είναι πως ο Θεός που αγαπά την σωτηρία των ανθρώπων θα δεχθεί την μετάνοια σου….»

Τα πλήθη που συγκεντρώθηκαν στη σπηλιά είδαν τον Άγιο, άκουσαν ψαλμωδίες και ένοιωσαν την ευωδία του λιβανιού που απλωνόταν τριγύρω. Άνθρωποι πίστεψαν, όσοι ασθενείς πήγαν θεραπεύτηκαν. Χτίστηκε εκκλησία εκεί δίπλα την οποία αφιέρωσαν στον Άγιο και από τότε και στην Εκκλησία και στο σπήλαιο υπάρχει μαρτυρία θαυμαστών γεγονότων. Από τον 18o αιώνα στην περιοχή όπου κοιμήθηκε ο Όσιος Ιωάννης κτίστηκε Μοναστήρι, το οποίο λειτουργεί μέχρι και σήμερα.

Σύμφωνα με την παράδοση και τα ιερά βιβλία με τους λοιπούς 98 Πατέρες έγινε αυτό που ζήτησαν από το Θεό. Την ίδια ώρα που πέθανε ο Άγιος Ιωάννης πέθαναν και οι 98 Πατέρες στο σπήλαιο. Μάλιστα ήταν τόσο αιφνίδιος ο θάνατος που άλλοι ήταν καθιστοί και ακουμπισμένοι στα ραβδιά τους, άλλοι κοιμώμενοι όπως ήταν και άλλοι σε στάση προσευχής.

Όλα αυτά συνέβησαν την 6ην Οκτωβρίου του 1632. Η Εκκλησία μας τους τιμά στις 7 Οκτωβρίου με απόφαση του Οικουμενικού Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Κυρίλλου Λουκάρεως, του Κρητός αφού την 6ην του αυτού μηνός εορτάζει την μνήμη του Αγίου ενδόξου Αποστόλου Θωμά.

ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟ ΤΩΝ ΟΣΙΩΝ ΚΑΙ ΘΕΟΦΟΡΩΝ 99 ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΩΝ ΕΝ ΚΡΉΤΗ

Ήχος γ΄

«Η μεγαλόνησος Κρήτη εφραίνεται, ότι εν όρεσι αυτής ενίκησαν, τον πολυμήχανον εχθρόν πατέρες οι θειότατοι,
δάκρυσι νηστείαις τε, προσευχές και δεήσεσι, όθεν και τα πνεύματα συν Αγγέλοις αγάλλονται,
τα λείψανα τα θεία δε τούτων, ρώσιν χαρίζουσι τοις κάμνουσι».

osiosnikiforosleprosΟ πατήρ Νικηφόρος (κατά κόσμο Νικόλαος Τζανακάκης) γεννήθηκε σ’ ένα ορεινό χωριό των Χανίων, στο Σηρικάρι, καστανοχώρι στα δυτικά του Νομού με υγιεινό κλίμα, με όμορφα δάση, πλούσια νερά, φαράγγια και σπήλαια. Το χωριό αυτό έχει μια ιδιομορφία που δεν την συναντούμε συχνά: είναι χωρισμένο σε ένδεκα γειτονιές, οι οποίες πήραν και το όνομα τους από τις οικογένειες που πρωτοκατοίκησαν εκεί. Έτσι ο Άγιος μας γεννήθηκε στην γειτονιά των Κωστογιάννηδων. Οι γονείς του ήταν απλοί και ευλαβείς χωρικοί, οι οποίοι ενώ ακόμη ήταν μικρό παιδί πέθαναν και τον άφησαν ορφανό. Έτσι, σε ηλικία 13 ετών, έφυγε από το σπίτι του. Ο παππούς του που είχε αναλάβει να τον μεγαλώσει τον πήγε στα Χανιά να εργαστεί εκεί σ’ ένα κουρείο για να μάθει την δουλειά. Τότε εμφάνισε και τα πρώτα σημεία της νόσου του Χάνσεν δηλ. την λέπρα. Εκείνη την εποχή, τους λεπρούς τους απομόνωναν στο νησί Σπιναλόγκα, διότι η λέπρα ως μεταδοτική αρρώστια αντιμετωπίζονταν με φόβο και αποτροπιασμό.

Ο Νικόλαος όταν έγινε 16 ετών και όταν τα σημάδια της νόσου άρχισαν να γίνονται πιο εμφανή, για να αποφύγει τον εγκλεισμό του στην Σπιναλόγκα έφυγε με κάποιο καράβι για την Αίγυπτο. Εκεί έμενε εργαζόμενος στην Αλεξάνδρεια, πάλι σ’ ένα κουρείο, όμως τα σημάδια της νόσου γίνονταν όλο και πιο εμφανή, ιδίως στα χέρια και στο πρόσωπο. Γι’ αυτό με την μεσολάβηση ενός κληρικού κατέφυγε στην Χίο, όπου υπήρχε τότε ένα λεπροκομείο, στο όποιο ήταν ιερεύς ο πατήρ Άνθιμος Βαγιανός, ο μετέπειτα Άγιος Άνθιμος.

Ο Νικόλαος έφτασε στη Χίο το 1914 σε ηλικία 24 ετών. Στο λεπροκομείο της Χίου, που ήταν ένα συγκρότημα με πολλά ομοιόμορφα σπιτάκια, υπήρχε το εκκλησάκι του Άγιου Λαζάρου, όπου φυλάσσονταν η θαυματουργός εικόνα της Παναγίας της Υπακοής. Σ’ αυτόν τον χώρο άνοιξε το στάδιο των αρετών για τον Νικόλαο. Μέσα σε 2 χρόνια ο Άγιος Άνθιμος τον έκρινε έτοιμο για το αγγελικό σχήμα και τον έκειρε μοναχό με το όνομα Νικηφόρο. Η νόσος προχωρούσε και εξελίσσονταν και ελλείψει καταλλήλων φαρμάκων, επέφερε πολλές και μεγάλες αλλοιώσεις (το φάρμακο βρέθηκε αργότερα το 1947). Ο π. Νικηφόρος ζούσε με αδιάκριτη, γνήσια υπακοή, με νηστεία αυστηρή, εργαζόμενος στους κήπους. Μάλιστα κατέγραψε σε ένα κατάλογο και τα θαύματα του Άγιου Ανθίμου, τα όποια είχε δει «ιδίοις όμασιν» (πολλά αφορούσαν θεραπείες δαιμονιζόμενων).

Υπήρχε μια ιδιαίτερη πνευματική σχέση του Άγιου Άνθιμου με τον μοναχό Νικηφόρο, ο οποίος «ουδέ εν βήμα εμάκρυνεν απ’ αυτού», όπως αναφέρει ο πατήρ Θεόκλητος Διονυσιάτης στο βιβλίο του «Ο Άγιος Άνθιμος της Χίου». Ο π. Νικηφόρος προσευχόταν τη νύχτα ώρες ατελείωτες, κάνοντας μετάνοιες αμέτρητες, δεν είχε λογοφέρει με κανένα ούτε χάλασε την καρδιά κάποιου κι ήταν ο κύριος ψάλτης του ναού. Εξ αιτίας της ασθενείας του όμως, σιγά-σιγά έχασε το φως του κι έτσι έψαλλε τα περισσότερα τροπάρια και απήγγειλε τους Αποστόλους από στήθους.

Το 1957 έκλεισε το Λωβοκομείο της Χίου και τους εναπομείναντες ασθενείς μαζί με τον πατέρα Νικηφόρο τους έστειλαν στον Αντιλεπρικό Σταθμό Αγίας Βαρβάρας Αθηνών, στο Αιγάλεω. Την εποχή εκείνη ο πατήρ Νικηφόρος ήταν περίπου 67 ετών. Τα μέλη του και τα μάτια του είχαν τελείως αλλοιωθεί και παραμορφωθεί από την νόσο.

Εκεί, στον αντιλεπρικό σταθμό ζούσε και ο πατήρ Ευμένιος, ο οποίος είχε κι αυτός προσβληθεί από την νόσο του Χάνσεν, αλλά με την επιτυχή φαρμακευτική αγωγή θεραπεύτηκε τελείως. Απεφάσισε όμως να μείνει όλο το υπόλοιπο της ζωής του μέσα στον αντιλεπρικό σταθμό κοντά στους συνασθενείς του, τους οποίους φρόντιζε με πολλή αγάπη. Έτσι έγινε και υποτακτικός στον πατέρα Νικηφόρο, στον οποίο ως ανταμοιβή της υπομονής του ο Κύριος του είχε δώσει πολλά χαρίσματα. Πλήθος κόσμου συνέρρεε στο ταπεινό κελλάκι του λεπρού μοναχού Νικηφόρου, στην Αγία Βαρβάρα του Αιγάλεω, για να πάρει την ευχή του. Παραθέτομε μερικές μαρτυρίες όσων τον γνώρισαν:

«Ενώ ο ίδιος του ήταν κατάκοιτος, με πληγές και πόνους, δεν γόγγυζε αλλά έδειχνε μεγάλη καρτερία». «Είχε το χάρισμα της παρηγοριάς των θλιβομένων.Τα μάτια του ήταν μονίμως ερεθισμένα, η όραση του ελαχίστη, είχε αγκυλώσεις στα χέρια και παράλυση στα κάτω άκρα. Παρ’ όλα αυτά ήταν γλυκύτατος, μειλίχιος, χαμογελαστός, διηγείτο χαριτωμένα περιστατικά, ήταν ευχάριστος, αξιαγάπητος.» « Το πρόσωπο του, που ήταν φαγωμένο από τα στίγματα της ασθένειας, και τις πληγές, έλαμπε κι έπαιρναν χαρά όσοι τον έβλεπαν αυτόν τον πάμπτωχο και φαινομενικά ασθενή άνθρωπο που έλεγε:Ας είναι δοξασμένο το άγιο Όνομα Του».

Σε ηλικία 74 ετών, στις 4 Ιανουαρίου του 1964, κοιμήθηκε ο πατήρ Νικηφόρος. Μετά την εκταφή, τα άγια του λείψανα ευωδίαζαν. Ο πατήρ Ευμένιος, και άλλοι πιστοί ανέφεραν πολλές περιπτώσεις, όπου έγιναν θαύματα με την επίκληση των πρεσβειών προς τον Θεό, του πατρός Νικηφόρου. Λαμπρό παράδειγμα και πρότυπο για όλους μας ο βίος του Οσίου Νικηφόρου, ήταν ευάρεστος στο Θεό διότι υπέμεινε πολλά. Για το λόγο αυτό και έχουμε πολλές μαρτυρίες: ότι ο Άγιος μας είχε δεχθεί από το Πανάγιο Πνεύμα το χάρισμα της διορατικότητας καθώς και πλήθος άλλων χαρισμάτων. Χρειάζεται επίσης να σημειώσομε ότι πλείστα είναι τα θαύματα που είναι καταγραμμένα καθώς μέχρι και σήμερα ο άγιος δίδει απλόχερα βοήθεια σε όποιον έχει ανάγκη. Σίγουρα θα υπάρχουν και άλλα πολλά θαυμαστά που δεν θα έχουν έρθει στην επιφάνεια.

Σαν αποτέλεσμα όλων αυτών και κατόπιν προτάσεως του Σεβ. Μητροπολίτου μας κ.κ. Αμφιλοχίου, ο Όσιος Νικηφόρος ο Λεπρός αγιοκατατάχθηκε από το Οικουμενικό μας Πατριαρχείο τον Δεκέμβριο του 2012 και αποφασίστηκε η μνήμη του να εορτάζεται επισήμως κάθε χρόνο την 4η Ιανουαρίου, ημέρα της κοιμήσεώς του.


ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ ΤΟΥ ΛΕΠΡΟΥ

«Σηρικαρίου τον γόνον και Κισάμου το καύχημα, Εκκλησία γεραίρει αθλητήν τον λαμπρότατον.
Υπέστη ασθενείας τα δεινά βιώσας εν συνέσει θαυμαστή. Νυν δε εδοξάσθη παρά Θεού θαυμάτων διακρίσεσιν.
Χαίροις, ω Νικηφόρε ιερέ, χαίροις, φωτός ο πρόβολος, χαίροις ο ευωδίας χαρμονήν προχέων εκ λειψάνων σου».

p7130030Οι Νεομάρτυρες της πίστεως, Εμμανουήλ, Ανεζίνα και τα παιδιά τους Γεώργιος και Μαρία ήταν κρυπτοχριστιανοί και είχαν τα εξής τούρκικα ονόματα: «Ιβραήμ Ιβνί Αβδουλλάχ και Φατμέ Ιβνί Αβδουλλάχ οι γονείς και τα παιδιά Μουσταφάς και Χατιζιέ». Επίσης ο πατέρας, Εμμανουήλ, είχε ηλικία 40 ετών, ενώ η σύζυγος του Ανεζίνα 38 ετών. Τα παιδιά ο Γεώργιος ήταν 18 και η Μαρία 16.

Ως Μουσουλμάνοι ζούσαν στο χωριό Μελισσουργιό της Κισάμου και δούλευαν έξω στα χωράφια τους ήσυχοι. Μια μέρα ο γείτονας τους είδε να κάνουν τον Σταυρό τους και τους κατέδωσε στους Τούρκους. Τους παρακολούθησαν πάλι και τους πήγαν στο δικαστήριο, το οποίο αποφάσισε να αποκεφαλιστούν αφού δεν αρνήθηκαν τίποτα από όλα όσα τους κατηγόρησαν και με θάρρος είπαν: «Χριστιανοί εγεννηθήκαμε και Χριστιανοί θα αποθάνομε». Αξίζει να αναφέρουμε ότι μετά που τους είπαν την απόφαση του δικαστηρίου, τους κάλεσαν και τους είπαν ότι αν επέστρεφαν στην θρησκεία του Ισλάμ θα ζούσαν και όμως πάλι αρνήθηκαν και επέλεξαν τον Χριστό.

Ως μόνα στοιχεία που βρέθηκαν για τους τέσσερις Νεομάρτυρες από το Μελισσουργιό Κισάμου είναι η απόφαση του δικαστηρίου την οποία και παραθέτομε ως έχει.

Η ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

Ενεφανίσθη ενώπιον εμού του ιεροδίκου Χανίων Ισμαήλ Χακή Χαφήζ Αλή Ογλού εκ Μελισσουργιού και μου κατήγγειλε τα εξής:

Προ οκτώ ετών παρουσιάσθη εις τον ιεροδίκην Κισσάμου ο Ιβραήμ Ιβνί Αβδουλλάχ και εδήλωσεν ότι είναι χριστιανός «Μανώλης του Γιώργη» και η σύζυγος του Φατμέ Ιβνί Αβδουλάχ «Μαρία» και επιθυμούν να γίνουν Μουσουλμάνοι ως και τα τέκνα του, εν θύλη και εν άρρεν, αυτοπροαιρέτως.

Με την ανωτέρω δήλωσιν εγένοντο Ισλάμιδες ως η επιθυμία των κατά τους κανόνας του Ιερού Δικαίου λαβόντες τα ανωτέρω Ιερά ονόματα οι γονείς και Μουσταφάς και Χατιζιέ τα τέκνα των και έζων Ισλάμιδες και οι τέσσαρες, θεωρούμενοι από τους πιστούς ως γνήσιοι Μουσουλμάνοι.

Ο γείτων των όμως Μουρά αγάς τους είδε προ ενός μηνός εις το Πλακάλωνα χωρίον Κισσάμου μεσημέρι και εκάθισαν να φάνε και προτού αρχίσουν έκαμαν τον Σταυρό των χριστιανών. Τους παρηκολούθησε άμα απόφαγαν και έκαμαν πάλι Σταυρόν ως και τα παιδιά. Ήλθε αμέσως και μου το είπε δια να πεισθώ τους παρηκολούθησα με τους Γαλήπ, Μπαχρήν και Χασάν και τους είδομεν με τα μάτια μας την ώρα που ετοιμάζοντο να κοιμηθώσιν εις το αυτό αλώνι και έκαμαν και οι 4 Σταυρόν.

Έφερα και τους ανωτέρω μάρτυρας και τους 4 Χιγιανέτ δια να τιμωριθώσι όπως ο Ιερός Νόμος ορίζει. «Ισαλλάχ Βαλλαχή».

Διέταξα και παρουσιάσθησαν οι 3 Τούρκοι μάρτυρες και οι 4 Χιγιανέτ άπιστοι με δεσμά οκάδων 86 λαιμού και μέσης και αφού εξήτασαν τους πιστούς ενώπιον των κατηγορουμένων τους είπον να απολογηθούν. Ούτοι ηλικίας οι γονείς 38-40 ετών και τα παιδιά 16-18 ετών, απήντησαν: «Χριστιανοί εγεννήθησαν και χριστιανοί θα αποθάνουν».

Τους ηρώτησα αν έχουν Τουρκέψη και απήντησαν εις το σώμα, όχι εις την ψυχήν και δεν εννοούν να αρνηθούν πλέον το Χριστόν και να προσκυνήσουν τον προφήτην του Θεού Μωάμεθ, τον οποίον επί ολίγα έτη προς το θεαθήναι ελάτρευον ψευδώς. Ήμαρτον δια την φράσιν.

Λαβών υπ όψει τον Ιερόν Νόμον, τον υπ αριθμ. 28 Φετφάν του Ενδοξοτάτου Μουτφή Σεϊρουλλάχ εφένδη και τας καταθέσεις των 3 πιστών ως και τας απολογίας των κατηγορουμένων:

Καταδικάζω τους τέσσαρας απίστους Μανώλην του Γεωργίου ετών 40 Γιώργην του Μανώλη ετών 18, Ανεζίναν του Κωσταντή ετών 38 και την Μαρίαν του Μανώλη ετών 16, εις τον δι αποκεφαλισμού θάνατον , εκτελεθησόμενον υπό των γεναίων Τζελάτιδων του Ορτά των Γιαννιτσάρων Χανίων εις το ύψωμα του Ανατολικού μέρους του φρουρίου Πεχλιβάν ταμπιασί εντός της εβδομάδος μετά τα εσπερινά, τα δε βρωμερά πτώματα των να πεταχθώσι εις τους έξωθι του φρουρίου κοπρώνας (Χεντέκ). Η περιουσία των εις το Μπειτούλ Μαλ.

Ο Θεός γνωρίζει κάλλιον

Ο Ιεροδίκης Χανίων

Ισμαήλ Χακκή

Μετά την έκδοσιν της αποφάσεως και αφού το ήκουσαν οι κατηγορούμενοι εκλήθησαν και πάλιν υπ’ εμού άνευ δεσμών ίνα μετανοούντες επανέλθουν εις την θρησκείαν του Ισλάμ σώζοντες και την παρούσαν ζωήν και την μέλλουσαν των ουρανών, απήντησαν πάλι: «Χριστιανοί εγεννήθησαν, Χριστιανοί ας αποθάνουν».

Αριθμ. εκτελεστής αποφάσεως 67.

27 του Σεληνιακού μηνός Τζεμάζιελ Άχηρ 1092 την Εγίρας.

Προς τον Γενναιότατον Φρούραρχον Χανίων Χουσεΐν αγάν Τσαούσην του Ορτά των Γιαννιτσάρων 8 Χανίων.

Έγινε η εκτέλεσις ως αναγράφεται ανωτέρω, τα βρωμερά πτώματα τρώγονται από κόρακας και σκύλους.

(14 Ιουλίου 1861 – Χριστιανική χρονολογία).

ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΝΕΟΜΑΡΤΥΡΩΝ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ, ΑΝΕΖΙΝΑΣ,
ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΑΙ ΜΑΡΙΑΣ

Ήχος γ΄

«Νέοι μάρτυρες οι της Κισάμου, καταστρέψαντες πλάνην της Άγαρ,
Ορθοδόξων μαρτυρίαν εκράτυναν, Εμμανουήλ, Ανεχήναν, Γεώργιον,
συν τη Μαρία φαιδρώς επαινέσωμεν, και βοήσωμεν
Χριστώ το Αυτούς δοξάσαντι, διδόνε και υμίν πίστην ακλόνητον».