«Πατέρες της Εκκλησίας» είναι η επωνυμία που έδιναν τους πρώτους αιώνες της Χριστιανοσύνης, σε όποιους διακρίθηκαν στην προσπάθεια για την θεωρητική κυρίως θεμελίωσή Της, αλλά και στην αγιωσύνη της ζωής τους.
Μέσα από την σοφία τους έγιναν πασίγνωστοι και κυρίως ως υπερασπιστές της Ορθοδοξίας στην καταπολέμηση των αιρέσεων. Ανάμεσα στους σπουδαιότερους: Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ο Μέγας Βασίλειος και ο Γρηγόριος ο Ναζιανζινός.
Στο πέρασμα των χρόνων η ίδια επωνυμία δόθηκε σε κληρικούς, μοναχούς και σεβάσμια πρόσωπα. Με αυτήν την δεύτερη έννοια χρησιμοποιείται η λέξη στα βιβλία που γράφουν για την ζωή, την χριστιανική δράση και τον θάνατο των 99 Θεοφόρων Πατέρων της Εκκλησίας μας, οι οποίοι σχετίζονται με την Ιερά Μητρόπολη Κισσάμου και Σελίνου.
Στις αρχές λοιπόν του 1600 ξεκίνησαν από την Αίγυπτο 36 από αυτούς. Έφτασαν στην Κύπρο και εκεί αναζήτησαν τόπο ερημικό για να μπορέσουν να αφοσιωθούν απερίσπαστοι στην λατρεία του Θεού. Πίστευαν ότι μόνο χωρίς πολυκοσμία και μέσα στην ερημιά θα μπορούσαν να ζήσουν όπως ήθελαν. Ότι μόνο έτσι μπορεί κανείς να επικοινωνεί με τον Ύψιστο, να προσεύχεται σ΄ Αυτόν και να Τον υμνεί. Όσο όμως κι αν επιδίωξαν την ερημιά οι συγκεκριμένοι εκείνοι Πατέρες στην Κύπρο, η φήμη τους εξαπλώθηκε παντού. Πολύ σύντομα ήταν δίπλα τους πλήθος κόσμου για να ακούσει την διδασκαλία τους και να θαυμάσει τον ήρεμο, άκακο και άγιο τρόπο της ζωής τους. Στην συντροφιά τους τότε προστέθηκαν κι άλλοι Πατέρες Κύπριοι 38 στον αριθμό. Η ερημιά που ζητούσαν δεν υπήρχε πλέον και έτσι οι 75 ως τώρα Πατέρες αποφάσισαν να μεταναστεύσουν πηγαίνοντας προς την Αττάλεια της Μικράς Ασίας. Όμως ούτε εκεί μπόρεσαν να βρουν την πολυπόθητη ησυχία. Οι άνθρωποι συνέρρεαν σαν μέλισσες, που ζητούσαν με επιμονή να ρουφήξουν το μέλι της διδασκαλίας τους, το άρωμα της αγιοσύνης τους. Ταυτόχρονα προστέθηκαν άλλοι 24 Πατέρες από εκεί, ντόπιοι και έτσι έφτασαν στον αριθμό 99. Οι Πατέρες δεν έπαιρναν άλλο μαζί τους διότι πίστευαν πως τα οικονόμησε έτσι ο Κύριος ώστε ο εκατοστός να είναι ο Ίδιος.
Αφού η κατάσταση ολοένα και χειροτέρευε, μη έχοντας άλλη επιλογή, αποφασίζουν να μεταναστεύσουν πάλι και αυτή την φορά για την Κρήτη. Καθώς έπλεαν με την βάρκα τους και οι 99 στο φουρτουνιασμένο Αιγαίο βλέπουν από μακριά την Κρήτη. Η τρικυμία δεν τους επέτρεψε να φτάσουν κοντά, καθώς κινδύνευσε το καράβι τους να χτυπήσει στα βράχια. Έτσι μετά από μια περιπλάνηση ημερών στις ακτές του νησιού έφτασαν τελικά στο νησί Γαύδο. Αξίζει να πούμε ότι οι Πατέρες είχαν σκοπό να αποβιβαστούν στο ανατολικότερο σημείο της μεγαλονήσου, στην Σητεία που είναι ποιο κοντά στην Μικρά Ασία όπου ξεκίνησαν. Η φουρτούνα όμως τους ανάγκασε να τραβήξουν νότια και ύστερα δυτικά και έτσι περνώντας από Ιεράπετρα και Καλούς Λιμένες, αφού ηρέμησε ο καιρός κατάφεραν να αράξουν σε κάποιο μικρό κόλπο στην Γαύδο.
Στην Γαύδο οι Πατέρες έμειναν 24 μέρες και αφότου ηρέμησε η θάλασσα μπήκαν στη βάρκα τους και γύρισαν στην Κρήτη. Έφτασαν απέναντι στα Σφακιά που είναι περίπου είκοσι μίλια απόσταση, μετά που κατέβηκαν διαπίστωσαν ότι έλειπε ένας και αυτός ήταν ο Ιωάννης ο Ερημίτης. Έτσι έχουμε το εξής θαύμα: Θέλοντας ο Θεός να δοξάσει τον Άγιο Ιωάννη και να φανερώσει στους ανθρώπους την αρετή του, τον σκέπασε με νέφος εκεί που κοιμόταν όταν έφευγαν οι Πατέρες και έτσι δεν τον είδαν. Δεν φτάνει όμως αυτό αλλά όταν το αντιλήφθηκαν δεν μπορούσαν να γυρίσουν πίσω γιατί άρχισε και πάλι τρικυμία, έτσι συγκεντρώθηκαν στην παραλία των Σφακίων και περίμεναν. Το θαύμα αυτό ολοκληρώνεται όταν ο Ιωάννης μετά από αρκετή προσευχή ηρέμησε την θάλασσα και απλώνοντας το μανδύα του στο νερό άρχισε να πλέει σαν βάρκα, μετά ανέβηκε πάνω, έβαλε το ραβδί του για κατάρτι και το ράσο του για άρμενο. Με το θαυμαστό αυτό τρόπο έφτασε μετά από μερικές ώρες εκεί που τον περίμεναν οι υπόλοιποι 98 Πατέρες οι οποίοι έκθαμβοι από το θαύμα που είδαν τον αγκάλιασαν και όλοι μαζί έψαλαν ύμνους στο θεό.
Αφού περιπλανήθηκαν στις ακτές και τα βουνά των Σφακίων οι Πατέρες αναζήτησαν κατάλυμα. Κατευθύνθηκαν δυτικότερα και μπήκαν στην επαρχία Σελίνου. Εκεί βρήκαν μια σπηλιά στο βουνό του μεγάλου χάρακα κοντά στο χωριό Αζωγυρέ και δίπλα σε ένα ποτάμι. Ύστερα από τόσες ταλαιπωρίες βρήκαν επιτέλους την ησυχία που αναζητούσαν. Επειδή η σπηλιά δεν ήταν τόσο μεγάλη που να χωρέσει και τους 99 μοιράστηκαν. Οι 36 πέρασαν απέναντι από το ποτάμι σε μια άλλη σπηλιά. Μοναδικό φαγητό για αυτούς ήταν χαρούπια και οι καρποί του σκίνου και δεν έκαναν τίποτα άλλο από το να προσεύχονται. Ενώ οι λοιποί Πατέρες ήταν ευχαριστημένοι με το κοινόβιο, ο Άγιος Ιωάννης ήταν θερμός υποστηρικτής του απόλυτου μοναχικού βίου. Θεωρούσε την παρουσία ακόμη και σεβάσμιων ανθρώπων εμπόδιο στην προσπάθεια ολόψυχης αφιερώσεως και επικοινωνία με τον Θεό. Στην τελευταία κοινή προσευχή τους, οι Πατέρες, πριν φύγει ο Ιωάννης παρακάλεσαν τον Θεό να τους εκπληρώσει μια επιθυμία που ήταν καθολική. Ζήτησαν να πεθάνουν όλοι μαζί την ίδια μέρα.
Φεύγοντας ο Άγιος Ιωάννης από τον Αζωγυρέ και αφήνοντας πίσω του τους 98 πατέρες μετά από πολύ ταλαιπωρία, έφτασε στο ακρωτήρι Χανίων. (Σύμφωνα με την παράδοση, ο Άγιος πηγαίνοντας για τα Χανιά πέρασε και σταμάτησε για να ξεκουραστεί στην Μαραθοκεφάλα Κισάμου, όπου κι εκεί υπάρχει σπήλαιο το οποίο έχει ένα εκκλησάκι και εορτάζει στην μνήμη του), σημερινό προσκύνημα. Φτάνοντας στο Ακρωτήρι ο Όσιος Ιωάννης βρήκε ένα σπήλαιο όπου και έζησε πολλά χρόνια. Μια μέρα που ο Άγιος βγήκε να βρει μερικά χόρτα κάποιος βοσκός τον πέρασε για θήραμα πίσω από τους θάμνους που ήταν και τον χτύπησε με το τόξο του. Ακολουθώντας τα αίματα ο βοσκός έφτασε στη σπηλιά όπου με δυσκολία είχε συρθεί ως εκεί ο Άγιος. Στεναχωρημένος ο βοσκός ζητούσε να τον συγχωρήσει και τότε με ήρεμη φωνή του απάντησε ο Άγιος Ιωάννης: «εγώ σε συγχωρώ μα το σπουδαιότερο είναι πως ο Θεός που αγαπά την σωτηρία των ανθρώπων θα δεχθεί την μετάνοια σου….»
Τα πλήθη που συγκεντρώθηκαν στη σπηλιά είδαν τον Άγιο, άκουσαν ψαλμωδίες και ένοιωσαν την ευωδία του λιβανιού που απλωνόταν τριγύρω. Άνθρωποι πίστεψαν, όσοι ασθενείς πήγαν θεραπεύτηκαν. Χτίστηκε εκκλησία εκεί δίπλα την οποία αφιέρωσαν στον Άγιο και από τότε και στην Εκκλησία και στο σπήλαιο υπάρχει μαρτυρία θαυμαστών γεγονότων. Από τον 18o αιώνα στην περιοχή όπου κοιμήθηκε ο Όσιος Ιωάννης κτίστηκε Μοναστήρι, το οποίο λειτουργεί μέχρι και σήμερα.
Σύμφωνα με την παράδοση και τα ιερά βιβλία με τους λοιπούς 98 Πατέρες έγινε αυτό που ζήτησαν από το Θεό. Την ίδια ώρα που πέθανε ο Άγιος Ιωάννης πέθαναν και οι 98 Πατέρες στο σπήλαιο. Μάλιστα ήταν τόσο αιφνίδιος ο θάνατος που άλλοι ήταν καθιστοί και ακουμπισμένοι στα ραβδιά τους, άλλοι κοιμώμενοι όπως ήταν και άλλοι σε στάση προσευχής.
Όλα αυτά συνέβησαν την 6ην Οκτωβρίου του 1632. Η Εκκλησία μας τους τιμά στις 7 Οκτωβρίου με απόφαση του Οικουμενικού Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Κυρίλλου Λουκάρεως, του Κρητός αφού την 6ην του αυτού μηνός εορτάζει την μνήμη του Αγίου ενδόξου Αποστόλου Θωμά.
ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟ ΤΩΝ ΟΣΙΩΝ ΚΑΙ ΘΕΟΦΟΡΩΝ 99 ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΩΝ ΕΝ ΚΡΉΤΗ
Ήχος γ΄
«Η μεγαλόνησος Κρήτη εφραίνεται, ότι εν όρεσι αυτής ενίκησαν, τον πολυμήχανον εχθρόν πατέρες οι θειότατοι, δάκρυσι νηστείαις τε, προσευχές και δεήσεσι, όθεν και τα πνεύματα συν Αγγέλοις αγάλλονται, τα λείψανα τα θεία δε τούτων, ρώσιν χαρίζουσι τοις κάμνουσι».