Επί τοις εγκαινίοις του νεόδμητου «Τσατσαρωνάκειου Πολιτιστικού Πολύκεντρου»
Υπό της Α.Θ. Παναγιότητος του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου
Παναγιώτατε Πάτερ και Δέσποτα μετά της εκλεκτής Συνοδείας Σας, Σεβασμιώτατε Αρχιεπίσκοπε Κρήτης κ. Ειρηναίε, Εξοχώτατε εκπρόσωπε της Ελληνικής Κυβερνήσεως, Υφυπ. Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, κ. Μανούσο Βολουδάκη, Σεβασμιώτατοι άγιοι Αρχιερείς, Εξοχώτατοι κ.κ. Βουλευταί, Εξοχώτατε κ. Περιφερειάρχα και κ. Αντιπεριφερειάρχα, Αξιότιμε Δήμαρχε Κισάμου, κ. Γεώργιε Μυλωνάκη, μετά του Δημοτικού Συμβουλίου σας, Πανοσιολογιώτατοι άγιοι Καθηγούμενοι, άγιαι Καθηγουμέναι, Θεοσεβείς Αιδεσιμολογιώτατοι, Αιδεσιμώτατοι, και Ιερολογιώτατοι Πρεσβύτεροι και Διάκονοι, Αξιότιμος Οικογένεια Τσατσαρωνάκη, Εντιμολογιώτατοι Άρχοντες Οφφικιάλοι του Οικουμενικού Θρόνου, Εκπρόσωποι του Στρατού και της Αστυνομίας, Εκλεκτοί προσκεκλημένοι, ΦιλόΘεε λαέ των ευλογημένων Επαρχιών μας, Κισάμου & Σελίνου,
Παναγιώτατε,
Ως φωταυγής ήλιος ανατέλλων εκ του αειφώτου Φαναρίου εφθάσατε πλησίον ημών εν τη εσπερία Κρήτη ανταποκρινόμενος εις την ταπεινήν πρόσκλησίν μας, όπως, άμα τη Υμετέρα, όλως ιδιαζούσης σημασίας, συμμετοχή εις τας εργασίας της Κ.Ε. του Π.Σ.Ε., έλθητε εις την έδραν της Μητροπόλεώς μας δια να τελέσητε τα Εγκαίνια του νεοδμήτου τούτου «Τσατσαρωνακείου Πολιτιστικού Πολυκέντρου».
Παραδίδομεν το Κέντρον αυτό εις τας αγιαζούσας τιμίας χείρας Σας δια να το συστήσητε εν Κυρίω, μέσα από την πληρότητα της Πατριαρχικής ευχής και Πρωθιεραρχικής ευλογίας Σας, και το παραλαμβάνομεν εν καινότητι κτίσεως και ζωής. Ανατιθέμεθα εις την αγιαστικήν δύναμιν του Μαφορίου Σας την νεκράν και άψυχον ύλην, δια να μας αντιδωρίσητε οικοδομήν τετελειωμένην και ηλλοιωμένην την καλήν αλλοίωσιν του Δοτήρος παντός αγαθού, Σωτήρος Χριστού.
Κανείς δεν ημπορεί να αμφισβητήση τον πρωτουργόν ρόλον, τα πρωτοπόρα δια την εποχήν του οράματα, τα μεγαλεπίβολα βήματα του πολιού και κατηξιωμένου Γέροντος Προκατόχου μου, Μητροπολίτου από Κισάμου & Σελίνου κ. Ειρηναίου, που η πραγμάτωσίς τους έδωσε νέαν πνοήν και ώθησιν εις την ζωήν χιλιάδων ανθρώπων των επαρχιών της Μητροπολιτικής μας περιφερείας, και ήλλαξεν κυριολεκτικώς την φυσιογνωμίαν της περιοχής μας.
Δεν τολμώ να θεωρώ εαυτόν συνεχιστήν ενός τέτοιου εγχειρήματος, όπως ήτο η φιλάνθρωπος και φίλεργος βιοτή και πολιτεία του τετιμημένου Γέροντος Ειρηναίου. Ζων όμως εις τον αυτόν με εκείνον χώρον, διαδεχόμενος την βαρύτιμον κληρονομίαν και παρακαταθήκην του, υπηρετών τους ιδίους ανθρώπους των δύο Επαρχιών μας, της Κισάμου και του Σελίνου, εκ της διακονίας του Επισκόπου, αλλά κυρίως, έχων την εμπειρίαν και την συνείδησιν της μετοχής εις το αυτόν Κυριακόν Σώμα του Σωτήρος Χριστού, την Μίαν Εκκλησίαν, και όντας κεκλημένος υπ’ Αυτής να αναλώσω εαυτόν, δια των πενιχρών δυνάμεών μου, εις περιποίησιν του λαού του Θεού, αντίληψιν, καλλιέργειαν και ανάψυξιν των εσωτέρων αυτού αναγκών.
Ταύτα, λοιπόν, άπαντα ενέπνευσαν την ιδέαν της υλοποιήσεως ενός χώρου, ο οποίος θα ανταπεκρίνετο εις τον παλμόν και τας αναζητήσεις της εποχής, ως μια άλλη φωνή και μια άλλη κλήσις. Ενός χώρου, που θα έδιδε την μαρτυρίαν και την παρουσίαν της τοπικής Εκκλησίας. Ενός χώρου που θα ημπορούσε να προσφέρη παρηγορίαν και συντροφικότητα. Ενός χώρου, που θα επλήρωνε με δημιουργικήν απασχόλησιν τον όποιον ελεύθερον χρόνον του πολυασχόλου σημερινού ανθρώπου. Ενός χώρου, που θα εδύνατο να δώση διέξοξα εις τον πεσσιμισμόν, την θλίψιν αλλά και την μισαλλοδοξίαν του συγχρόνου κόσμου. Ενός χώρου, που θα συνεισέφερεν πολυτίμως εις την συγκρότησιν ολοκληρωμένων προσωπικοτήτων, εις την ιδεολογικήν αφύπνισιν και ανάνηψιν εις τα ζώντα ύδατα της Ορθοδοξίας του εσκοτισμένου τη διανοία χριστιανού του 21ου αιώνος. Ενός χώρου, τέλος, που θα ανταπεκρίνατο εις τας απαιτήσεις της νεολαίας μας, της ελπίδος πάντων ημών, και θα επιχειρούσε να προσεγγίση την ιδιοσυγκρασία των, τα προβλήματα, και τα ιδανικά των, να μοιρασθή μαζί τους όνειρα και επιδιώξεις και να σταθή πατρικά και αδελφικά δίπλα τους δια την πραγμάτωσίν των.
Ίσως, η ούτως αποκαλουμένη «νέα εποχή» η οποία διανύομε, και τα καινοφανή δεδομένα που την χαρακτηρίζουν, να αντιλογήση, η και να μας κατηγορήση, ότι επιθυμούμεν να επιστρέψωμεν εις παρωχημένας εποχάς, εις χρόνους παλαιούς, να επαναφέρωμεν και να αναδείξωμεν πρότυπα ξεπερασμένα. Ότι η σύγχρονος πραγματικότης, και ιδίως οι νέοι εις την ηλικίαν, προς τους οποίους και κυρίως απευθύνεται το Πολύκεντρον αυτό, απαιτεί την νέαν τεχνολογίαν και μέσα επίκαιρα, τα οποία να εκκεντρίζουν το ενδιαφέρον και να ανταποκρίνονται εις τας απαιτήσεις της αλματώδους γνώσεως και σοφίας εις την οποίαν έχομεν φθάση.
Και εις τας αντιρρήσεις αυτάς, ευλόγους εν πολλοίς, έχομεν να απαντήσωμεν:
Ορμώμενοι από αγάπην και μόνον προς τον ομόχρονον κόσμον, και αναλογιζόμενοι τας επικαίρους αυτάς ανάγκας και τας προτάσεις του σήμερον, δεν εδιστάσαμεν να οραματισθώμεν τον εξοπλισμόν του συγκροτήματος αυτού, με τους πολλούς και ανέτους χώρους των 2300 τ.μ. και τας πολυδυνάμους λειτουργίας, δια των μέσων αλλά και των προκλήσεων και της τεχνολογίας εκείνης την οποίαν γνωρίζει, και απαιτείται να κατέχη και να χρησιμοποιή ο νέος της εποχής μας, ως είναι οι ηλεκτρονικοί υπολογισταί, το διαδικτυακόν ραδιόφωνον και η διαδικτυακή τηλεόρασις, δια καταλλήλου αιθούσης πολλαπλών χρήσεων, η οποία θα διέθετε τον κατάλληλον εξοπλισμόν δια σεμινάρια και διαλέξεις. Ετολμήσαμεν να εντάξωμεν εις τους στόχους μας την στέγασιν εις πολιτισμένον και ανθρώπινον χώρον, του ήδη λειτουργούντος επί σειρά ετών, ωδείου της Μητροπόλεώς μας, αριθμούντος περί τους 350 μαθητάς, την δημιουργίαν και απρόσκοπτον λειτουργίαν σχολών: αγιογραφίας, ψηφιδωτών, συμπαραστάσεως γονέων, αλλά και την ύπαρξιν κοινωνικού φροντιστηρίου, δια στήριξιν των αδυνάμων μαθητών.
Με την βοήθειαν του Θεού, η Οποία είναι η μόνη που συγκροτεί και δίδει ζωήν και συνέχειαν εις εν έργον, τα πρώτα βήματα ήρχισαν το έτος 2007 και ήταν τελείως διστακτικά, όπως και οι ρυθμοί προόδου του έργου εξαιρετικά βραδείς. Επερχομένης μάλιστα της, ούτω παρουσιαζομένης ως οικονομικής, κρίσεως τα πάντα εμαρτύρουν ότι εξόχως δύσκολα, και μόνον εις το απώτερον μέλλον, θα ελάμβανε σάρκα και οστά το εγχείρημα τούτο. Δια μίαν, όμως, εισέτι φοράν, εμπράκτως και οφθαλμοφανώς, είδομεν πραγματοποιούμενον το πατερικόν: «όπου γαρ βούλεται Θεός, νικάται φύσεως τάξις» (Αγ. Ιω. Χρυσοστ., Λόγος εις την Γέννησιν του Χριστού). Και το θαύμα, διότι περί θαύματος πρόκειται, συνετελέσθη. Και ευρέθησαν άνθρωποι της περιοχής μας, εκείνοι οι οποίοι είχον συμμεριστή απ’ αρχής τους στόχους μας και είχον πραγματώση άχρι της ώρας εκείνης την υλοποίησιν και πρόοδόν τους, και εστήριξαν την προσπάθειαν αποπερατώσεως του έργου. Ομιλούμεν δια την φιλότιμον και αξιέπαινον οικογένειαν Νικολάου Τσατσαρωνάκη, τα ευαγή τέκνα του Ελένην, Αικατερίναν και Χαράν μετά των προσφιλών οικείων των, οι οποίοι εχρηματοδότησαν εξ ολοκλήρου την ανέγερσιν του κτιρίου, δαπάνη που εγγίζει το 1.500.000,00 ευρώ, εις μνήμην της μακαριστής και πεφιλημένης συζύγου και μητρός τους, Μαρίας, και του αοιδίμου αδελφού και θείου τους, Γεωργίου.
Λόγοι ευχαριστίας, που να ημπορούν να ανταποκριθούν εις το μέγεθος της δωρεάς και της ευεργεσίας, πρωτίστως εις τον αγαθοδότην Θεόν, υπό το άγρυπνον όμμα του Οποίου ζώμεν και κινούμεθα και υπάρχομεν, εκλείπουν εκ της γραφίδος μου. Ομοίως, μόνον στάσιν αιωνίου ευγνωμοσύνης και απείρων μυχίων ευχών ημπορώ, και νομίζω άπαντες οι παρευρισκόμενοι, να ανταποδώσωμεν εις τους μεγάλους ευεργέτας και δωρητάς της Οικογενείας Νικολάου Τσατσαρωνάκη, και να τους διαβεβαιώσωμεν, ότι τα ονόματά των έχουν χαρακτή ανεξιτήλως όχι μόνον εις τας μνήμας μας, και την μετώπην του κτιρίου, αλλά κυρίως εις τας δέλτους των καρδιών μας. Πιστεύομεν δε ακραδάντως, ότι πλουσίως επευλογεί αυτούς ο Παντοκράτωρ Κύριος, και ικανώς χαίρονται και αι ψυχαί των προσφιλών κεκοιμημένων τους, Γεωργίου Τσατσαρωνάκη & Μαρίας Τσατσαρωνάκη, δια τας πρωτοβουλίας και τα έργα των αυτά.
Εν άλλον κεφάλαιον, το κόστος του εξοπλισμού του κτιρίου, όπως αυτός ακριβώς είχε σχεδιασθή και αναφέρθηκε παραπάνω, δεν ήτο καθόλου ευκαταφρόνητον. Και πάλιν όμως η γενναιοδωρία, το φιλότιμον και η μεγαλοψυχία πολλών από εσάς εστάθησαν ικανά να υπερνικήσουν τας παρουσιασθείσας αντικειμενικάς δυσκολίας. Πρωτίστως η αυτή οικογένεια Νικολάου Τσατσαρωνάκη, η οποία και εμερίμνησεν δια τον άψογον εφοδιασμόν δια των συγχρονοτέρων μέσων, προκειμένου το Πολύκεντρον να δύναται να ανταποκριθή εις εύρυθμον λειτουργίαν των υψηλών προδιαγραφών του.
Εις το σημείον αυτό επιθυμώ εκ κέντρων καρδίας να αναφερθώ και να ευχαριστήσω επίσης: τον Πρόεδρον του Ομίλου της Τραπέζης Πειραιώς, κ. Μιχαήλ Σάλλαν μετά της εριτίμου συζύγου του, Σοφίας, οι οποίοι συνέβαλον εις τον τομέαν της ολοκληρώσεως του εξοπλισμού του κτιρίου, δια καταθέσεως σεβαστού, εξ ιδίων πόρων, χρηματικού ποσού.
Τον αγαπητόν κ. Θεόδωρον Καρυπίδην, ο οποίος με πολύν αυθορμητισμόν διέθεσεν όλον τον απαραίτητον εξοπλισμόν, τελευταίας τεχνολογίας, δια την στοιχειοθέτησιν της αιθούσης εκμαθήσεως ηλεκτρονικών υπολογιστών.
Τον Αστυνομικόν Δντην εις την δίωξιν του Ηλεκτρονικού εγκλήματος, κ. Σφακιανάκην Εμμανουήλ, ο οποίος, όχι μόνον υπήρξεν ο εμπνευστής του πρωτοποριακού εγχειρήματος του διαδικτυακού ραδιοφώνου και της διαδικτυακής τηλεοράσεως, αλλά και ενήργησεν τα δέοντα δια την απόκτησιν των απαραιτήτων προς τούτο μηχανημάτων, όπως και διέθεσεν το προσωπικόν της ανεκτιμήτου Υπηρεσίας του δια την εγκατάστασιν και ομαλήν λειτουργίαν αυτών.
Τον αξιότιμον Δήμαρχον Κισάμου, κ. Γεώργιον Μυλωνάκην, δια την τεχνικήν και περιβαλοντικήν στήριξίν του εις τον αύλειον χώρον της οικοδομής.
Τον ΟΠΑΠ Α.Ε., ο οποίος με μεγάλην προθυμίαν ανταπεκρίθη εις σχετικόν αίτημά μας και μας ενίσχυσεν οικονομικώς προς ολοκλήρωσιν της προμηθείας του εξοπλισμού.
Τους Αρχιτέκτονας-Μηχανικούς κ.κ. Κωνσταντίνον και Στυλιανόν Σχετάκην, των οποίων αι ιδέαι και αι πολύτιμοι συμβουλαί υπήρξαν καθοριστικαί δια τον εξωραϊσμόν του Πολυκέντρου, και διέθεσαν αφιλοκερδώς εκ του πολυτίμου χρόνου και των πολυσχιδών γνώσεών των.
Εις το ικανώτατον πρόσωπον του κ. Μαρίνου Μαράκη επιθυμούμεν ειλικρινώς να συγχαρώμεν την κατασκευαστικήν εταιρείαν «Κέντρο Δόμησης Κρήτης Α.Ε.», και όσους εργάζονται εις αυτήν, οι οποίοι με υπευθυνότητα, συνέπειαν, εργατικότητα και αυτοθυσίαν υπερέβησαν κυριολεκτικώς εαυτούς και απεπεράτωσαν εγκαίρως το παρουσιαζόμενον συγκρότημα.
Τους πολιτιστικούς και τους γυναικείους Συλλόγους των επαρχιών μας, που με την ιδιαιτέραν, διακριτικήν και πλουσίαν προσφοράν κερασμάτων ετίμησαν και εκόσμησαν την σημερινήν ημέραν.
Τέλος, δεν δύναμαι να μην εκφράσω βαθείαν την αγάπην και τας ευχαριστίας μου εις τον θεόλεκτον και ευαγή Ιερόν Κλήρον των Επαρχιών μας, αλλά και όλους εσάς αγαπητοί μου Σελινιώται και Κισαμίται, οι οποίοι, με την πρωτοστασίαν των αξίων Εφημερίων σας συνεκεντρώσατε και κατεθέσατε αξιοσέβαστον ποσόν, το οποίον και εξεδαπανήθη εις τον μνημονευόμενον σκοπόν. Σας ευχαριστούμεν όλους από καρδιάς.
Μη νομίση κανείς, παρακαλώ, ότι ταύτην την ώραν προβάλλομεν και επιβραβεύομεν εαυτούς και αλλήλους. Μη γένοιτο τέτοιος ισχυρισμός, τέτοια υποψία. Εντός της Εκκλησίας έχομεν μάθη να μοιραζώμεθα τα αγαθά, να σκορπίζωνται τα τάλαντα, να πολλυπλασιάζωνται αι δυνατότητες, να ενώνωνται τα διεστώτα, να συγκλίνουν τα διαφορετικά. Με τον λογισμόν αυτόν παραδίδομεν εις όλους εσάς, εις όλους εμάς, εις την φερέλπιδα νεολαίαν των επαρχιών μας το έργον τούτο, το θαύμα αυτό και σας παρακαλούμεν να το πλαισιώσητε με την αρχοντιάν σας, την αγάπην, την ζεστασιάν, την φροντίδα και τη θερμήν ακαλιάν σας. Πρόθεσίς μας είναι να προάγηται η πνευματική και πολιτιστική ζωή του τόπου μας, η πολιτισμική μας κληρονομιά, να ευρίσκωμεν έδαφος κάτωθεν των ποδών μας εις τας δυσκολίας και τα μαρτύρια του βίου μας, και δια την πραγμάτωσιν αυτής της προοπτικής καλούμεν όλους τους φορείς της περιοχής μας και κάθε καλοπροαίρετον άνθρωπον να συνοδοιπορίση μαζί μας.
Και τώρα ιδού, Παναγιώτατε Πάτερ και Δέσποτα, εκλεκτοί παρευρισκόμενοι, καιρός ευπρόσδεκτος, λάβετε το ψαλλίδιον Παναγιώτατε, εφέστηκεν ο τον εγκαινίων καιρός, ας χαρώμεν και ας ευφρανθώμεν άπαντες το έργ ον των χειρών Σας, το έργον το εδικόν μας.