Ο Ντοστογιέφσκι στους Αδελφούς Καραμάζωφ αναφέρει μια λαϊκή ιστορία που άκουσε κάποτε σχετικά με μια ηλικιωμένη γυναίκα που δεν έζησε σωστά και μετά θάνατο βρέθηκε σε μια λίμνη από φωτιά. Ο φύλακας Άγγελος της προσπαθούσε να κάνει ό,τι μπορούσε για να τη βοηθήσει. Η μόνη καλή πράξη όμως που θυμόταν ότι έκανε η γυναίκα όταν ζούσε, ήταν που είχε δώσει κάποτε από τον κήπο της ένα κρεμμύδι σε μια ζητιάνα. Πήρε λοιπόν ο άγγελος το κρεμμύδι, είπε στην γυναίκα να πιαστεί απ΄ αυτό κι άρχισε να την τραβά έξω από την λίμνη. Μέσα στη λίμνη όμως δεν ήταν μόνη της. Όταν οι άλλοι είδαν τι συνέβαινε, μαζεύτηκαν τριγύρω και κρεμάστηκαν πάνω της με την ελπίδα να συρθούν κι αυτοί έξω μαζί της. Τότε όμως η γυναίκα με τρόμο και αγανάκτηση άρχισε να τους φωνάζει. Αφήστε με, φώναζε. «Εμένα τραβά έξω, όχι εσάς, δικό μου είναι το κρεμμύδι, όχι δικό σας». Τη στιγμή που το είπε αυτό, το κρεμμύδι έσπασε στα δύο και η γυναίκα έπεσε πίσω, μέσα στην λίμνη. Εάν η ηλικιωμένη γυναίκα έλεγε μόνο, «δικό μας είναι το κρεμμύδι», δεν θα αποδεικνυόταν άραγε αρκετά δυνατό για να τους τραβήξει όλους έξω από τη φωτιά; Ως χριστιανοί άραγε είκοσι αιώνες αργότερα, πόσο απεγνωσμένα χρειαζόμαστε να ανακτήσουμε αυτή την αίσθηση της κοινωνίας, να ξαναμάθουμε να μοιραζόμαστε το κρεμμύδι; Μήπως ξεχνούμε πως η προσευχή που ο Υιός του Θεού μας δίδαξε αρχίζει με το «Πάτερ ημών» και όχι με το «Πάτερ μου»;
Σεβασμιώτατε Γέροντα Μητροπολίτα Φιλαδελφίας κκ Μελίτωνα, εκπρόσωπε της ΑΘΠ του Οικουμενικού ημών Πατριαρχού κ.κ.ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΥ, Σεβασμιώτατε Αρχιεπίσκοπε Κρήτης κ. Τιμόθεε, Σεβασμία των Ιεραρχών χορεία, Σεβασμιώτατε Μητροπολήτα πρώην Κισάμου και Σελίνου κ Ειρηναίε, Σεβασμιώτατε Μητροπολήτα Ρόδου κ. Κύριλλε, Θεοφιλέστατε Επίσκοπε Ολύμπου κ Άνθιμε, Θεοφιλέστατε Επίσκοπε Κνωσού κ Ευγένιε, Εξοχώτατε Κύριε Υφυπουργέ Δημοσίας Τάξεως κ Μαρκογιαννάκη, Εκπρόσωπε της Ελληνικής Κυβερνήσεως, Κύριε Περιεφερειάρχα Κρήτης, Κύριε Γενικέ Γραμματέα του Υπουργείου Αναπτύξεως, Κύριε Νομάρχα Χανίων – Κύριοι Δήμαρχοι, Άγιοι Πρωτοσύγκελλοι, Καθηγούμενοι, ευλαβέστατοι πρεσβύτεροι και διάκονοι, Οσιώτατες Μοναχές, Στρατηγέ μου, Αξιότιμοι Εκπρόσωποι του Στρατού, της Αστυνομίας, της Αεροπορίας, του Ναυτικού, της Πρωτοβάθμιας, Δευτεροβάθμιας και Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, κ. Προϊστάμενοι Δημοσίων Υπηρεσιών- Αγαπητοί μου αδελφοί Χριστιανοί, εκλεκτή συμπανηγυρίζουσα ομήγυρις.
Γνωρίζω πως ετούτη την μοναδική και ανεπανάληπτη για την Εκκλησία μα και την προσωπική μου ζωή ιερή ώρα και στιγμή, είθισται να ακούγονται λόγοι θεολογικοί και όχι στοχασμοί και αναζητήσεις. Επιτρέψτε μου όμως, σεβόμενος απόλυτα το ειθισμένο και παραδεδεγμένο, να είμαι περισσότερο αυθόρμητος και λιγότερο τυπικός και να καταθέσω όχι δικές μου ανεπαρκείς θέσεις και σκέψεις αλλά να δανειστώ βιώματα και εμπειρίες άλλων, ικανοτέρων και αξιοτέρων εμού, που όμως απόλυτα με εκφράζουν και καθρεπτίζουν πιστεύω την αλήθεια του νυν γίγνεσθαι. Γιατί, όπως σημειώνει και ο π. Σμέμαν αυτό που αναζητά τελικά αυτός ο «σύγχρονος άνθρωπος», ο πολιτισμός και η κοινωνία του, δεν είναι μια Εκκλησία που θα τον υπηρετούσε υιοθετώντας τη δική του «εικόνα», αλλά μια Εκκλησία που θα εκπληρώνει τη θεϊκή Της αποστολή με το να είναι παντού και πάντοτε θεοφάνεια, δώρο και μετάδοση του αιωνίου μυστηρίου της σωτηρίας. Και αυτή Της η φανέρωση, αποκαλύπτει στον άνθρωπο την αληθινή του φύση και προορισμό. Μια Εκκλησία δηλαδή αποκάλυψη εκείνης της Πατρικής Αγάπης που ο Θεός εξέχεεν εν ταις καρδίαις ημών. Μια Εκκλησία που χωρίς την αγάπη τίποτα να μην είναι «έγκυρο», επειδή τίποτα δεν είναι δυνατόν. Και τούτο γιατί το περιεχόμενο της Ευχαριστίας του Χριστού είναι η Αγάπη, και μόνο μέσα από την αγάπη μπορούμε να γίνομε μέτοχοι και κοινωνοί της. Μια Εκκλησία που να θυμίζει στον άνθρωπο πως για την αγάπη αυτή δεν είμαστε ικανοί, την Αγάπη αυτή την χάσαμε, όμως αυτή την αγάπη μας χάρισε ο Χριστός και το δώρημα αυτό είναι η Εκκλησία. Γιατί ακριβώς η Εκκλησία συν-αποτελείται μέσα από την αγάπη και βρίσκεται στον κόσμο αυτό για να «μαρτυράει» την Αγάπη, να την κάνει παρούσα, αφού μόνο η Αγάπη δημιουργεί και μεταμορφώνει, αποτελεί λοιπόν την ίδια την «αρχή» του μυστηρίου». Για τούτο και το χριστιανικό βίωμα είναι αυθεντικό όταν αγαπούμε περισσότερο τον σταυρό από την άνεση, τον αγώνα από την νίκη, όταν ζούμε τη βασιλεία του Θεού ως πιο πραγματική από τα γεγονότα της ιστορίας, όταν η πίστη μας είναι πιο δυνατή από τον ορθό λόγο μας. Όταν διακρίνουμε την αλήθεια πιο πολύ μέσα στα μυστήρια απ’ όσο σε αυτά που κατανοούμε, όταν στις δυσκολίες μας είμαστε περισσότερο προσευχόμενοι και λιγότερο σκεπτόμενοι, όταν διαπιστώνουμε ότι η χάρις είναι πιο αποτελεσματική από τον αγώνα μας, όταν ο αδελφός είναι πιο πλησίον από τον εαυτό μας, όταν μπορούμε να διακρίνουμε τι είναι μάταιο και τι γνήσιο, όταν ποθούμε τον θάνατο πιο πολύ απ τη ζωή.
Ποια είναι όμως η πραγματικότητα του σήμερα; Μήπως στις σύγχρονες προκλήσεις αντί να διακρίνουμε μια αγάπη που ελευθερώνει εμείς δουλικά επιμένουμε σε νομικές σχολαστικότητες που πνίγουν τη χάρι ή σε εκκοσμικευμένους συμβιβασμούς που εντελώς την απομακρύνουν; Μήπως αντί να λειτουργούμε ως αφανή κύτταρα του πνευματικού σώματος του Χριστού, εμείς βλέπουμε την Εκκλησία ως σωματείο με μέλη, καταστατικό, δικαιώματα και υποχρεώσεις το οποίο έχει ανάγκη περισσότερο της δικής μας βοήθειας παρά των άλλων; Μήπως γι΄ αυτό και τελικά αντί να ζούμε μέσα στην Εκκλησία σαν σε μόνιμο τάφο που κυοφορεί την ανάσταση μας, με βαθιά ταπείνωση, διάθεση θυσίας, υποχωρητικότητα, τιμή και αναγνώριση των άλλων, ανεκτικότητα, πίστη στη χάρι του Θεού και μόνον, εμείς συμπεριφερόμαστε ως προσωρινοί με επίγεια προοπτική, διεκδικήσεις και δικαιώματα, ανεξέλεγκτες ευαισθησίες, κρυπτοεγωισμούς, ψευτοϋποκρισίες και μικροϊδιοτέλειες, ανασφάλειες, υπεροπτικά αισθήματα, ανερμήνευτους συμβιβασμούς, ψυχολογικές μιζέριες και αδικαιολόγητη εγκωσμιότητα; Μήπως το ψέμα στον εαυτό μας, οι μη πειστικές δικαιολογίες, η δυσκολία να δεχθούμε κάποια κριτική και η παράλληλη προθυμία και ευκολία να κρίνουμε εντελώς επιπόλαια και συνήθως σκληρά και άκαρδα του πάντες και τα πάντα, υποδηλώνουν μιά ένοχη μυωπικότητα που πανηγυρικά πιστοποιεί την ανεπίτρεπτη ανελευθερία μας; Μήπως τελικά έτσι κινδυνεύουμε να καταντήσουμε χριστιανοί που προσπαθούν μόνοι τους να κατορθώσουν κάτι και δυσκολεύονται να εμπιστευτούν τον εαυτό τους στη χάρι του Θεού; Χριστιανοί που αγωνιζόμαστε μόνοι μας να ανακαλύψουμε τα μυστικά Του και όχι που υπομονετικά προσδοκούμε να μας αποκαλυφθεί η δόξα Του; Χριστιανοί που ψάχνουμε για ξεκούραση και γαλήνη και αγνοούμε το βίωμα της εσωτερικής ειρήνης; Χριστιανοί όπου όταν προφέρουμε την λέξη αγάπη εννοούμε περισσότερο κάποια εγωιστική συμπάθεια ή μια παθολογική προσκόλληση, διότι αρνούμαστε μέσα της να διακρίνουμε την ανοχή του άλλου ή την υπομονή για τον αδελφό ή το τίμημα της θυσίας αντί για το ξεγέλασμα της όποιας φίλαυτης απόλαυσης; Και αν λειτουργούμε τη ζωή μας έτσι τότε πώς να νιώσομε παρούσα την βασιλεία του Θεού; Πώς να βιώσομε την Θεία Λειτουργία ως είσοδος στην Ουράνια βασιλεία που γι΄ αυτό τον κόσμο παραμένει μελλούμενη αλλά για την Εκκλησία αποτελεί το αληθινό Της μυστήριο, την αρχή, την προεικόνιση και την παρουσία Της; Πώς να κατανοήσουμε την Θεία Ευχαριστία ως το πέρασμα της Εκκλησίας απ΄ αυτόν τον κόσμο στους ουρανούς, ως την πράξη εκείνη που την πληρώνει, που την μεταβάλει σ΄ αυτό που όντως είναι, σε είσοδο, άνοδο, κοινωνία; Μήπως τελικά αυτό το.. «μοίρασμα» του κρεμμυδιού μπορεί να μας λυτρώσει από την ανυπαρξία του εγώ μας; Ιδού λοιπόν η αποστολή της Ιερωσύνης στον κόσμο. Να εκκλησιοποιήσει τον κόσμο, να κάνει δηλαδή τον κόσμο Εκκλησία και τα άτομα της ανθρώπινης κοινωνίας να γίνουν πρόσωπα και μέλη Της και να συμμετέχουν στη ζωή της Παναγίας Τριάδος «μετά πάντων των αγίων». Γι΄ αυτό η Ιερωσύνη είναι «το πάντων αγαθών εν ανθρώποις αναβεβηκός» (Γρ.Θεολ.), διότι «τελείται μεν επί της γής, τάξιν δε επουρανίων έχει ταγμάτων» (Τερτυλιαννός). «θείον χρήμα και όντων απάντων το τιμιώτατον» (Ιερώνυμος), είναι δηλ. η συνέχιση της παρουσίας και του έργου του Χριστού δια της Εκκλησίας. Ήδη η «Ευλογημένη η Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος» έχει ανοίξει την Ωραία Πύλη του μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας και της Ιερωσύνης. Σε λίγο το Άγιο Θυσιαστήριο θα καλυφθεί απ΄ το πυρ της Πεντηκοστής. Το πυρ εκείνο που θα θεραπεύσει, δηλαδή θα τελειοποιήσει με το να αναπληρώσει-συμπληρώσει τις ελλείψεις του είναι μου και τα ασθενή του μέσα της ψυχής μου κόσμου. Το πυρ εκείνο που θα με καταστήσει διάδοχο των Αγίων Αποστόλων, απόστολο του Ευαγγελίου του Σταυρού και της Αναστάσεως στο νυν της ιστορικής πορείας της Εκκλησίας μας. Γι΄ αυτό και εγώ ο αμαρτωλός και ανάξιος του Κυρίου μας δούλος «μετά των θαυμάτων Του διηγούμενος, συνεχόμενος φόβω, βοώ εν κατανύξει».
«Πιστεύω Κύριε και ομολογώ» ότι Σύ είσαι ο κατ΄ εξοχήν Αρχιερεύς, ο Μέγας Αρχιερεύς της Εκκλησίας, γι΄ αυτό και ο Σωτήρας Της.
«Πιστεύω Κύριε και ομολογώ» πως το Πανάγιο Πνεύμα «όπου θέλει πνει» (Ιω.3,8). Όποιον θέλει καλεί ο Παράκλητος στην αρχιερωσύνη, ασφαλώς «ου δια τας δικαιοσύνας του, αλλά δια τα ελέη Σου Κύριε και τους οικτιρμούς Σου..».
«Πιστεύω Κύριε και ομολογώ» πως η Αγιωτάτη Εκκλησία μας είναι το «γεώργιον» και η «οικοδομή» του Θεού (Α΄ Κορ.3,9). Πως εκεί το δάκρυ των οσίων και το αίμα των μαρτύρων. Είναι το Πανάχραντο Θεανθρώπινο Σώμα Σου που Σαρκώθηκε, Σταυρώθηκε και αναστήθηκε για να βιώνεται στο εξής στις διαστάσεις της «καινής κτίσεως» (Β΄ Κορ.5,17) του Απ. Παύλου ή της «παρεμβολής των αγίων», όπως αναφέρει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης στην Αποκάλυψη. Και της «κτίσεως» και της «παρεμβολής» το κέντρο είναι η Θεία Ευχαριστία.
«Πιστεύω Κύριε και ομολογώ» πως οι Ιεροί Κανόνες είναι το Πηδάλιο της Εκκλησίας Σου και η Συνοδικότητα «η ακατανίκητη έκφραση της αγάπης προς την ενότητα». Πως η Εκκλησία δεν χρωστάει αξιώματα σε κανένα. Οι πάντες οφείλουμε υπακοή σ΄ Αυτήν. Εκείνη είναι που μας σώζει και κανένας από μας δεν είναι σε θέση να τη σώσει. Εξάλλου ο Θεάνθρωπος Χριστός γι΄ Αυτήν έδωσε τα πάντα και για τον εαυτό Του κράτησε έναν Σταυρό «καταλλαγής σύμβολον».
«Πιστεύω Κύριε και ομολογώ» ως ο Απόστολος Παύλος στην προς Τιμόθεον επιστολήν ό,τι ο Επίσκοπος οφείλει να είναι «ανεπίληπτος, νηφάλιος, σώφρων, κόσμιος, φιλόξενος, διδακτικός… μη πλήκτης, μη αισχροκερδής, αλλ΄ επιεικής, άμαχος, αφιλάργυρος…» (Α΄ Τιμ.3,2-3). «Πιστεύω Κύριε και ομολογώ» πως η ιερωσύνη, και ειδικότερα η αρχιερωσύνη, είναι μυστήριο. Είναι όμως και κριτήριο, αλλά είναι και μαρτύριο. Ως μυστήριο απαιτεί πίστη και ευλάβεια. Ως κριτήριο ζητεί καθαρότητα και φόβο Θεού. Ως μαρτύριο θέλει ηρωισμό και αυταπάρνηση. Δεν ξέρω τι απ΄ όλα αυτά διαθέτω. Όμως ομολογώ την αγνή διάθεση, την ειλικρινή πρόθεση και την ανιδιοτελή προαίρεση. «Τι ανταποδώσω τω Κυρίω περί πάντων ων ανταπέδωκε μοι»;
Μόνον, επιτρέψτε μου Σεβασμιώτατε Αρχιεπίσκοπε Κρήτης κ.Τιμόθεε, την ιερή ετούτη ώρα, να εκφράσω ευγνωμοσύνη και ευχαριστίες. Την άπειρο ευγνωμοσύνη και δοξολογία μου προς τον εν Τριάδι προσκυνητό Θεό, τον αξιώσαντα με τοιαύτης τιμής και χάριτος. Για όλα «δοξάζω του Πατρός και του Υιού την δύναμιν και Πνεύματος Αγίου υμνώ την εξουσίαν». Να εκφράσω το δάκρυ της ευχαριστίας και της απείρου ευγνωμοσύνης μου προς την Υπεραγία Θεοτόκο, την Οδηγήτρια, την Παναγία της Γωνιάς, την προστάτιδα της Μονής μου και την Οδηγήτρια της ζωής μου, την προστάτιδα και ευεργέτιδα της εμής αναξιότητος, η Οποία αγκάλιασε υπερεκπερισσού την όλη διακονία μου. Ήταν και είναι ένα θαύμα το πώς στήριξε και στηρίζει την ζωή μου, πως παρενέβαινε κάθε φορά που το γόνυ μου καμπτόταν μπροστά στο πλήθος των πειρασμών και των δυσκολιών, πως εφανέρωνε τις αποδείξεις της ευστοργίας και της αγάπης Της πάσας τας ημέρας. Θα Της είμαι ευγνώμων και για τις παλαιές ευεργεσίες, αλλά και για την έσχατη.
Και νυν Πολυσέβαστε Γέροντα Σεβασμιώτατε Μητροπολίτα Φιλαδελφείας κ. Μελίτωνα, εκπρόσωπε της ΑΘΠ του Οικουμενικού ημών Πατριάρχου κ.κ.ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΥ, κλίνω γόνυ και στρέφω τον νουν και την καρδίαν μου προς το μαρτυρικό Φανάριον, τον τόπο του μαρτυρίου και της μαρτυρίας, την Πόλιν, τον τόπο της Ρωμιοσύνης και της Ορθοδοξίας το πάνσεπτο Ιερό Κέντρο της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας, το οποίον ως ακοίμητος κανδήλα εκπέμπει «Φως Χριστού», το φως του κόσμου και εν πρώτοις μνημονεύω του Οικουμενικού ημών Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου, του πρωτεύθυνου, πρωτόθρονου και πρωτοκορυφαίου, του Ηγουμένου της Αγίας Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, προς τον Οποίον δηλώνω τον ανυπόκριτο σεβασμό μου, την υϊκή μου αφοσίωση και την έως εσχάτων υπακοή μου, εις το Σεπτόν πρόσωπο Του ως και τον ιερό θεσμό του Οικουμενικού Θρόνου. Η παρουσία ενός εκ των πλέον αξιοτέρων, ικανοτέρων και πολυτιμοτέρων Αρχιερέων που κοσμούν τον Οικουμενικό Θρόνο, Υμάς Σεβασμιώτατε Γέροντα Άγιε Φιλαδελφείας, , ερχόμενος επί τ αυτώ εκ του αειφώτου και τηλαυγεστάτου Φαναρίου, υπενθυμίζει το χρέος αλλά και μου δίδει την μεγάλη χαρά να Σας ευχαριστήσω και δια ζώσης εκ μέσης καρδίας και να εκφράσω την βαθυτάτη ευγνωμοσύνη μου ως και τις άπειρες ευχαριστίες μου προς το Σεπτό πρόσωπο Σας για τα όσα, και είναι πολλά, πολύτιμα και ακριβά, πλουσιοπάροχα μου προσφέρει η Πατρική Σας αγάπη. Θέλω δε να γνωρίζετε ό,τι ουδέποτε θα γίνω λήσμων αυτή της μεγάλης Σας πατρικής αγάπης.
Ευγνωμοσύνη και ευχαριστίες οφείλω προς τους Σεβασμιωτάτους Αρχιερείς του απαρτίζοντας την Ιερά Επαρχιακή Συνόδο της Εκκλησίας Κρήτης για την μέγιστη προς την ελαχιστότητα μου τιμή, αυτήν της αναδείξεως δια της τιμίας ψήφου των εις το μέγιστο της Αρχιερωσύνης Υπούργημα εν μέσω πολλών αξίων και ικανών συμπρεσβυτέρων αδελφών. Επιθυμώ όμως Σεβασμιώτατε Άγιε Κρήτης, να στραφώ ετούτη την ώρα και προς το πρόσωπο Σας και να εκφράσω την ευγνωμοσύνη μου όχι μόνον διότι δια των Τιμίων χειρών Σας εντός ολίγου θα μου μεταδώσατε τον τρίτον της Ιερωσύνης βαθμόν, αλλά και δι΄ όλα τα αγαθά και καλά που επί τρις και πλέον δεκαετίες προσφέρετε στην Εκκλησία της Κρήτης ως ο πρώτος αυτής επίσκοπος από την θέση του Αρχιεπισκόπου. Η σύνεση, η σοφία, η βαθιά πίστη και η σωφροσύνη που Σας διακρίνουν αποτελούν εχέγγυα αλλά και λόγους ουσιαστικούς δια των οποίων πηδαλιουχείται το σκάφος της Εκκλησίας της Κρήτης σε απάνεμα και ασφαλή λιμάνια. Ο Άγιος Θεός να Σας χαρίζει έτη πολλά.
Ευχαριστίες και ευγνωμοσύνη εκφράζω και προς Υμάς Σεβασμιώτατε Μητροπολίτα Λάμπης, Συβρίτου και Σφακίων κ. Ειρηναίε διότι ποτέ δεν ξεχνώ πως Σεις με εισαγάγατε εις τα ενδότερα του Θυσιαστηρίου δια της εις διάκονον και εν συνεχεία εις πρεσβύτερον χειροτονίαν που έλαβα από τα Τίμια χέρια Σας. Πολύτιμη κληρονομιά οι συμβουλές και οι διδαχές Σας στήριξαν τα πρώτα δειλά βήματα της μοναχικής και ιερατικής διακονίας μου και στηρίζουν μέχρι σήμερα την πορεία μου, ιδιαιτέρως σε ώρες θλίψεων και δοκιμασιών. Κυρίως όμως το παράδειγμα Σας με δίδαξε την αξία της απλότητας, το μεγαλείο της ταπείνωσης, τον πλούτο της ειλικρίνειας και της ανιδιοτέλειας, αφού καθημερινά ανακάλυπτα «έργω και λόγω» τι σημαίνει ένας επίσκοπος να «θύει την ψυχήν αυτού υπέρ των προβάτων». Σας ευχαριστώ ευγνωμόνως για όσα φυτέψατε στην ψυχή μου. Επιτρέψτε μου μαζί μ΄ Εσάς να ευχαριστήσω και τον ιερό κλήρο και των τριών επαρχιών Σας, τους ευλαβέστατους λευίτες κληρικούς Σας, οι οποίοι από την πρώτη στιγμή της παρουσίας μου στην Θεόσωστο Μητρόπολη Σας με δέχθηκαν ως αδελφό και μου χάρισαν περισσή αγάπη. Τους ευχαριστώ, τους ευγνωμονώ όλους και ποτέ δεν τους λησμονώ.
Ευχαριστίες οφείλω και εις Υμάς Σεβασμιώτατε Μητροπολίτα Κυδωνίας κ Αποκορώνου κ. Ειρηναίε δια την αγαστή και γόνιμη συνεργασία της παρελθούσης διετίας ως Διευθυντού-Σχολάρχου της Εκκλησιαστικής Σχολής Κρήτης. Σας ευχαριστώ για την πολύτιμη βοήθεια την συμπαράσταση και συνοδοιπορία Σας στο δύσκολο έργο της λειτουργίας της Σχολής, ενός χώρου πολύπαθου μα και ιδιαίτερα ευλογημένου. Αδυνατεί στ΄ αλήθεια η γλώσσα μου να περιγράψει τον πλούτο των ανθέων που συγκροτούν την ανθοδέσμη των ευγνωμόνων συναισθημάτων μου για Σας.
Τι να είπω δι΄ Υμάς βαθυσέβαστε προκάτοχε μου, Σεβασμιώτατε Μητροπολίτα Γέροντα Ειρηναίε; Φτωχοί οι λόγοι να εκφράσουν τους παλμούς της καρδιάς και γίνονται ακόμα φτωχότεροι μπροστά στο μεγαλείο της διάνοιας και των έργων Σας. Κατευθυντήριες γραμμές και οδούς στη νέα μου διακονία θα έχω την σύνεση και την σοφία σας, την ενεργητικότητα και την ευρύτητα σας, την επιείκεια και την πραότητα σας, την ανεξικακία και την φιλοστοργία σας, πείρα των οποίων έλαβα κατά την διάρκεια της αναστροφής μου μαζί σας. Ο Άγιος Θεός να Σας χαρίζει υγεία ακλινή για να συνεχίζετε επί μακρόν την ευεργετική για την Εκκλησία πορεία Σας, για να μας στηρίζετε, να μας εμπνέετε, να μας καθοδηγείτε.
Ευχαριστώ τους Σεβασμιωτάτους Μητροπολίτας οι οποίοι μη φειδόμενοι κόπου και χρόνου αφήσατε τις Θεοφρούρητες Επαρχίες Σας και θελήσατε να γίνετε κοινωνοί της μεγάλης μου χαράς. Ας έχω την ευχή Σας.
Με αισθήματα βαθιάς ευγνωμοσύνης ευχαριστώ τον σεβαστό Ηγούμενο ως και όλους τους πατέρες και αδελφούς συμμοναστές της Μονής της μετανοίας μου, της Παναγίας Οδηγητρίας Γωνιάς Κολυμβαρίου, για την αγάπη, την προσευχή και την συμπαράσταση τους καθ΄ όλα τα χρόνια της μοναχικής μου πολιτείας. Συμπορευτήκαμε, συμπροσευχηθήκαμε, συλλειτουργήσαμε, παλέψαμε, με στήριξαν και συνέδραμαν ώστε να φθάσουμε ως εδώ. Δοξάζω τον Θεό που μπορούν και μοιράζονται σήμερα μαζί μου αυτή τη χαρά και τους ευχαριστώ από καρδιάς για όλες τις θυσίες και τους κόπους τους.
Τον πολύ σεβαστό μου π. Εμμανουήλ Πετρανωνάκη που εκ νεαράς ηλικίας μου ενέπνευσε τον πόθο για την ιερωσύνη και με ενίσχυσε πνευματικά, ευγνωμόνως ευχαριστώ.
Στο πρόσωπο του αξίου διαδόχου μου και ιερατικώς Προϊσταμένου της Ελληνορθοδόξου Κοινότητος Αγ.Νικολάου Κάρδιφ και περιχώρων Παν/του Αρ/του π. Ιακώβου Σάββα ευχαριστώ και ευγνωμονώ τους ανθρώπους που ταξίδεψαν από την μακρινή Ουαλία της Αγγλίας, το Κάρδιφ και τα περίχωρα του, από την εκεί Ελληνορθόδοξη Κοινότητα Αγ. Νικολάου Κάρδιφ, τον τόπο που ο Θεός με αξίωσε να διακονήσω για μια τετραετία. Σας ευχαριστώ για την αγάπη και εμπιστοσύνη που με περιβάλατε όλα αυτά τα χρόνια της εκεί παραμονής μου.
Ευχαριστώ εκ βάθους καρδίας τον ευσεβή και φιλόθεο λαό της ενορίας μου, της Ενορίας Πλατάνου Κισάμου. Σας ευχαριστώ γιατί από την πρώτη στιγμή της παρουσίας μου ανάμεσα Σας με κάνατε να νιώσω ένα μ΄ εσάς, τον δικό σας άνθρωπο. Σας ευχαριστώ γιατί μου ανοίξατε όχι μόνο τα σπίτια και τ΄ αρχοντικά σας, αλλά και τις καρδιές Σας και μου χαρίσατε θέση ζηλευτή. Με έχετε και το γνωρίζω στην καρδία σας, όπως ακριβώς και εγώ.
Ευχαριστώ τους Διευθυντές, τους καθηγητές και τους μαθητές των σχολείων που υπηρέτησα, Ενιαίο Λύκειο Κισάμου και ΤΕΕ Κισάμου για την εκτίμηση και τον σεβασμό που πάντοτε με περιβάλλατε, απόρροια της μεγαλοκαρδίας σας. Η συναναστροφή μου μαζί Σας, ιδιαίτερα με το Ενιαίο Λύκειο Κισάμου, λόγω προγράμματος, μ΄ έμαθε πόσο σπουδαίο και σημαντικό είναι η γνώση και η επιστήμη να συνδυάζεται με το ήθος και την αρετή και πως στόχος του σχολείου είναι η παιδαγωγία της ψυχής και όχι η στείρα παροχή γνώσεων.
Τους καθηγητές, τους μαθητές ως και το βοηθητικό προσωπικό της Εκκλησιαστικής Σχολής Κρήτης, εις την οποία ο Θεός οδήγησε τα βήματα μου για μία διετία, ενθυμούμαι προσευχητικά και ευχαριστιακά. Ευχαριστώ και ευγνωμονώ τους διδασκάλους μου και των τριών βαθμίδων της εκπαίδευσης, όχι κυρίως για τις γνώσεις που μου μετάγγισαν αλλά για την πίστη και την αρετή.
Ευχαριστώ και ευγνωμονώ όλους τους παρόντες πατέρες και αδελφούς, τους Αγίους Πρωτοσυγκέλλους, Καθηγουμένους, αδελφούς κληρικούς, τους εγγύς και τους μακράν, Οσιώτατες Μοναχές, τους εκπροσώπους των Αρχών, της Κεντρικής εξουσίας, της Τοπικής Αυτοδιοικήσεως, του Στρατού, της Αστυνομίας, της Αεροπορίας, του Ναυτικού, της Πυροσβεστικής, της Εκπαίδευσης, τους εκπροσώπους φορέων και συλλόγων και όλους τους αδελφούς μας, κληρικούς και λαϊκούς που θελήσατε να μου χαρίσετε την ακριβή και πολύτιμη χαρά της κοινωνίας μαζί Σας και να γίνετε μάρτυρες του μεγάλου μυστηρίου που εντός ολίγου, χάριτι Θεία, θα συντελεστεί.
Άφησα τελευταίους τους κατά σάρκα συγγενείς μου εις τους οποίους οφείλω χάριτες, ιδιαιτέρως στους γονείς μου που με πολλές θυσίες κόπους και στερήσεις με ανέθρεψαν στη ζωή αυτή. Και τούτο διότι δεν ξέρω αν μπορώ με λόγια να εκφράσω την άπειρο ευγνωμοσύνη μου προς αυτούς. Την μητέρα μου, η οποία παρίσταται αυτή την ώρα και χαίρεται χαρά μεγάλη και στην οποία οφείλω την ευλάβεια, και την αγάπη προς τον Θεό και την Εκκλησία με τα οποία μας μεγάλωσε. Η προσευχή της και η ευχή της αποτελούν για μένα όπλο πολύτιμο και ενίσχυση πνευματική το μεγαλύτερο δώρο, ανεκτίμητο. Τα κατά σάρκα αδέλφια μου, Γεώργιο και Ελπίδα, τα οποία δεν στάθηκαν ποτέ εμπόδιο στην κλήση και την αποστολή μου, αλλά μου συμπαραστάθηκαν με αγάπη και υπομονή ως και τις οικογένειες τους.
Ευχαριστώ και όλους τους κατά σάρκα λοιπούς συγγενείς μου που στις δύσκολες ώρες των μαθητικών μα κυρίως των φοιτητικών μου χρόνων, μου συμπαραστάθηκαν ποικιλοτρόπως. Τους ευχαριστώ και τους ευγνωμονώ για όλα.
Ευγνωμόνως μνημονεύω και τον μακαριστό πατέρα μου Αντώνιο, ο οποίος ευρίσκεται από καιρού εις την θριαμβεύουσα Εκκλησία, και ο οποίος μου προσέφερε το μέγιστο δώρο της πατρότητας. Είμαι βέβαιος ότι η ψυχή του αγάλλεται τούτη τη στιγμή στον ουρανό και ενώνει τις προσευχές του με τις δικές μας. Ας είναι αιωνία η μνήμη του.
Πέρα όμως όλων αυτών των οφειλομένων ευχαριστιών, ενθυμούμενος τον αγ. Ισαάκ τον Σύρο, ο οποίος αναφέρει πως οι μεγαλύτεροι ευεργέτες είναι οι πειρασμοί και οι δοκιμασίες, αισθάνομαι την ανάγκη τη μεγάλη αυτή στιγμή της ζωής μου να ευχαριστήσω και όλους εκείνους που με οποιοδήποτε τρόπο με ελύπησαν και με ταπείνωσαν. Όλους όσους προσπάθησαν στο δρόμο της ζωής μου να μου κλείσουν τις πύλες, από τις οποίες πολλά αγαθοδωρήματα προέρχονται για την ζωή του κάθε ανθρώπου. Ιδιαιτέρως εκείνους που ανήκουν στον εκκλησιαστικό χώρο, που με εστενοχώρησαν και με έθλιψαν, όχι ίσως από κακία κινούμενοι, αλλά από τα ανθρώπινα πράγματα, όπως μερικές φορές διαμορφώνονται. Φαινομενικά με ταλαιπώρησαν, πνευματικά όμως με ωφέλησαν. Μου ελάττωσαν το εγωιστικό μου φρόνημα και με έκαναν πιο επιεική, πιο φιλάνθρωπο και περισσότερο αντικειμενικό. Το χέρι του Θεού, δεν ξέρω, Εκείνος γνωρίζει, επέβλεψε επ εμέ και με κράτησε όρθιο τις δύσκολες αυτές ώρες των θλίψεων. Τους συγχωρώ από καρδιάς, προσεύχομαι για αυτούς και τους ευγνωμονώ για την διαπαιδαγώγηση αυτή. Ευχαριστώ και όλους όσους με στήριξαν αυτές τις ώρες, ων τα ονόματα γνωρίζει Κύριος ο Θεός ημών.
Επιθυμώ να απευθυνθώ τούτη την στιγμή προς τον ιερό κλήρο, τους αιρετούς άρχοντες, τους συνεργάτες των Γραφείων και των Ιδρυμάτων και τον πιστό και ευσεβή λαό της Ιεράς και Ιστορικής Μητροπόλεως Κισάμου και Σελίνου, τους οποίους καλούμαι από σήμερα να φροντίζω και να διακονώ με όπλα την ακακία, τον ζήλο, την προσευχή, μέσα στην γαλήνη της θάλασσας και περισσότερο στην τρικυμία του κόσμου.
Αγαπητά μου παιδιά των Επαρχιών Κισάμου και Σελίνου, Σελίνου και Κισάμου. Γνωρίζω το μεγάλο, δυσαναπλήρωτο κενό που αφήνει η εκούσια παραίτηση του Πολυσέβαστου Γέροντος μας Μητροπολίτου Ειρηναίου. Θέλω όμως να γνωρίζετε ότι τίποτε απ΄ όσα αγωνίστηκε να πραγματώσει δεν θα σταματήσει. Όλα θα συνεχιστούν με νέα πνοή. Μα πάνω απ΄ όλα θα υπάρξει αυτή η διάθεση για κοινωνία, τόσο με τους πατέρες και αδελφούς μας κληρικούς που φιλότιμα και μετά φόβου Θεού διακονούν στις ενορίες, όσο και με τους μοναχούς και τις μοναχές των Μοναστηριών μας, αλλά και με τον πιστό και ευσεβή λαό μας. Δεν θα προσθέσω βάρη στα βάρη σας γιατί ίσως κάποτε πιστέψετε πως ο Χριστιανισμός που θα σας επαγγέλλομαι δεν μπορεί πράγματι να διακονηθεί από τον σύγχρονο άνθρωποι και να φύγετε απελπισμένοι μακριά. Όλοι θα βρείτε Επίσκοπο που γνωρίζει τις ανάγκες, αισθάνεται τους σταυρούς που φέρετε στους ώμους σας και που θα έλθει όχι ως κατακτητής και εξουσιαστής αλλά ως διάκονος και πατέρας «τύπος γινόμενος των πιστών εν έργω, εν λόγω, εν αναστροφή».
Επικαλούμενος Σεβασμιώτατοι Άγιοι Αρχιερείς, πατέρες και αδελφοί μου την βοήθεια του Αρχιποίμενος Ιησού Χριστού, τις πρεσβείες τις Παναγίας της Γωνιάς, της ακαταισχύντου ελπίδος μου, του Αγίου ενδόξου Αποστόλου Τίτου πρώτου Επισκόπου Κρήτης ως και τις ευχές των Αγίων της Μητροπόλεως μας, του Οσίου και Θεοφόρου Πατρός Υμών Κυρ-Ιωάννου του Ξένου, του Οσίου Πατρός ημών Ιωάννου του Ερημίτου και των συν αυτώ 98 Θεοφόρων Πατέρων, του Αγίου Εθνομάρτυρος Μελχισεδέκ επισκόπου Κισάμου, των Αγίων Νεομαρτύρων Γεωργίου, Ανεζίνας, Νικολάου και Μαρίας και του αγίου Αμφιλοχίου Επισκόπου Ικονίου ζητώ την θερμή προσευχή όλων σας. Προσερχόμενος σε λίγο στα άγια των αγίων και η ασθένεια μου έχει ήδη ανοίξει την θύρα της ψυχής και της υπάρξεως της, την ωραία πύλη και αναμένει τον Παράκλητο να σκηνώσει σ΄ αυτήν, Σας παρακαλώ για άλλη μία φορά. Συνενώσατε τις προσευχές σας στον Τριαδικό Θεό για μένα τον ανάξιο δούλο Του. «Λιτανεύσατε τον Χριστόν υπέρ εμού, ίνα τω Θεώ θυσία ευρεθώ». «Ο Θεός ιλάσθητι μου τω αμαρτωλώ».